Ο Αετός είναι οικισμός χτισμένος αμφιθεατρικά στην τραχιά και πετρώδη βουνοπλαγιά Ακαρνανικού βουνού Μπούμιστος, στη δυτική πλευρά του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Δεσπόζει σε υψόμετρο 260 μέτρων στις παρυφές μικρής, εύφορης κοιλάδας και αγναντεύει την Κοιλάδα του Ξηρόμερου και έχει 664 κατοίκους σύμφωνα με την απογραφή του 2001. Απέχει 50 χιλιόμετρα από το Αγρίνιο και μόλις 10 χιλιόμετρα από την Κατούνα. Το χωριό είναι κτισμένο στα ριζά της βουνοπλαγιάς, για να έχει καλύτερες κλιματολογικές συνθήκες και γειτνιάζει με τα χωράφια και τους βοσκότοπους που εξασφαλίζουν τα βασικά για την επιβίωση. Η τοποθεσία είναι δυσπρόσιτη και καλά προφυλαγμένη ανάμεσα στα ορεινά τμήματα που σχηματίζουν τα Ακαρνανικά όρη, η κορυφή Μακριά Λύμπα, το Κάστρο και τα στενά της Στεναδιάς.










Παλιά το χωριό ήταν κτισμένο στη θέση «Χώρα» που είναι βορειοδυτικά του σημερινού χωριού. Στην τοποθεσία αυτή σώζονται μέχρι σήμερα ένα μισοχαλασμένο εκκλησάκι και τα χαλάσματα κάποιων σπιτιών. Ο κύριος λόγος εγκατάλειψης της τοποθεσίας είναι το ότι το χωριό αφενός το κατέστρεψε ο Βενετός Μοροζίνι το 1684 και από τότε άρχισε να παρακμάζει και αφετέρου επειδή βρισκόταν σε ύψωμα και οι Τουρκαλβανοί και άλλοι επιδρομείς εντόπιζαν εύκολα το χωριό και έκαναν επιθέσεις και λεηλασίες. Έτσι οι κάτοικοι τότε αναγκάστηκαν για μεγαλύτερη ασφάλεια, να μετοικήσουν σε άλλο σημείο, στο νέο σημερινό χωριό. Από 230 οικογένειες το 1521, λίγο πριν την Επανάσταση μόλις 15 οικογένειες.
Οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού ήταν όλοι κτηνοτρόφοι. Σιγά-σιγά άρχισαν να ασχολούνται και με την γεωργία. Στα μέσα του 1900 το χωριό βρισκόταν σε άνθηση με την καλλιέργεια του καπνού, αφού τα Ξηρομερίτικα τσιγάρα ήταν ξακουστά στο πανελλήνιο για την ποιότητα τους. Το τοπίο φαντάζει ανεμοδαρμένο και εξαιρετικά γυμνό, ιδίως το καλοκαίρι.
Λίγο πιο έξω από το χωριό υπάρχει μνημείο στην τοποθεσία που έγινε η μάχη του Αετού στις 10 Αυγούστου του 1822 και νίκησαν οι Έλληνες τους χιλιάδες στρατιώτες του Κιουταχή. Στον Αετό υπήρχε μεσαιωνικό φρούριο. Σήμερα λίγα είναι αυτά που μαρτυρούν την ύπαρξη φρουρίου. Κάτω από τα ερείπια του μεσαιωνικού φρουρίου υπάρχει το αξιόλογο ξωκλήσι του Αγίου Δημητρίου που οικοδομήθηκε το 1662 και υπήρξε προπύργιο της Χριστιανοσύνης για πολλούς αιώνες. Σήμερα αποτελεί πραγματικό μουσείο πολιτιστικής ιστορικής και θρησκευτικής κληρονομιάς. Παλαιότερα ήταν Μοναστήρι με πολλούς μοναχούς. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι τοιχογραφίες της εκκλησίας και ιδιαίτερα η εικόνα του Αγίου Δημητρίου.
Το Βυζαντινό κάστρο στον Αετό
Απέναντι ακριβώς από τη θέση που είναι σήμερα κτισμένο το χωριό του Αετού, στη κορυφή απόκρημνου λόφου, είναι κτισμένο το ομώνυμο φρούριο. Πρέπει να κτίστηκε ανάμεσα στους 4ο και 6ο μ.Χ. αιώνες, μαζί με το χωριό του Αετού όταν οι βαρβαρικές επιδρομές βρισκόταν στο αποκορύφωμά τους και θεωρούταν εξόχως οχυρό κυρίως λόγω της θέσεώς του.
Η θέση του στο εσωτερικό της Ακαρνανίας εξασφάλιζε φυσική προστασία από τους επιδρομείς, είναι δε επιπλέον κτισμένο στο τέλος περίπου της διαδρομής από Μύτικας – Κανδήλα – Βάρνακα – Αρχοντοχώρι- Αετό – Κατούνα και έδινε τη δυνατότητα στους κατόχους του να ελέγχουν το πέρασμα αυτό, που στα χρόνια του μεσαίωνα ήταν η κύρια οδός από τα δυτικά παράλια της Ακαρνανίας προς την ενδοχώρα. Ακολουθώντας τη πορεία των υπόλοιπων περιοχών της Ακαρνανίας ήταν στη κατοχή των Βυζαντινών μέχρι την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους στα 1204. Πέρασε στη συνέχεια στους Δεσπότες της Ηπείρου περίπου μέχρι το 1340, ύστερα στους Σέρβους και αργότερα στους Αλβανούς. Στα 1399 ο Κάρολος Τόκο ανέθεσε στον Μάνο Μηλιαρέση από τη Σικελία την κατάληψη του φρουρίου του Αετού πράγμα που ο τελευταίος κατάφερε. Έτσι το φρούριο πέρασε στους Φράγκους πρίγκιπες του οίκου της Κεφαλονιάς. Μετά το θάνατο του Καρόλου Τόκο στα 1429 βρίσκουμε σε αυτό τοποθετημένο το νόθο γιο του Μενούνο σα διοικητή. Στα 1460 μαζί με τα φρούρια στο Αγγελόκαστρο και στο Βάρνακα καταλήφθηκε από τους Τούρκους, στη κατοχή των οποίων έμεινε μέχρι την επανάσταση του 1821.
Αποτελούταν από δύο διαζώματα με καλύτερα διατηρημένο το εσωτερικό. Σώζεται τμήμα πύργου στην ανατολική πλευρά του φρουρίου, ο οποίος διατηρεί ίχνη από τον αρχικό κεραμοπλαστικό διάκοσμο. Οι τοίχοι έχουν κατασκευαστεί από ακανόνιστους πωρόλιθους της περιοχής, ενώ στα κενά ανάμεσα στις πέτρες και στους αρμούς χρησιμοποιήθηκαν θραύσματα πλίνθων.
Τέλος σώζονται αρκετά καμαροσκέπαστα δωμάτια, τα περισσότερα σήμερα κάτω από το έδαφος. Στις καμάρες έχουν χρησιμοποιηθεί ελαφρά επεξεργασμένες πέτρες και σε αρκετά σημεία πλίνθοι
Βοηθήματα
ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ Σ. ΚΑΤΩΠΟΔΗ “ΑΡΧΑΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑ” – ΕΚΔΟΣΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ – ΑΓΡΙΝΙΟ 1987
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Δ. ΠΑΛΙΟΥΡΑ “ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ” – ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΡΣΙΝΟΗ ΑΘΗΝΑ 1985

Από xiromeropress

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *