Αποζημίωση 10.000 ευρώ για ανεπιθύμητες τηλεφωνικές κλήσεις. Ενέργειες και δικαιώματα συνδρομητή για ανεπιθύμητες τηλεφωνικές κλήσεις προώθησης προϊόντων ή υπηρεσιών και για διαφημιστικούς σκοπούς
Το λεγόμενο και «Μητρώο 11» (από το άρθρο 11 του νόμου 3471/2006)
Το «μητρώο 11» είναι μια λίστα την οποία οφείλει, εκ του νόμου, να τηρεί κάθε πάροχος υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, με τα στοιχεία των συνδρομητών του που έχουν ζητήσει να μη δέχονται τηλεφωνικές κλήσεις, για σκοπούς απευθείας εμπορικής προώθησης προϊόντων ή υπηρεσιών και για κάθε είδους διαφημιστικούς σκοπούς
Η διαδικασία είναι η εξής: Οι συνδρομητές μπορούν να καταθέσουν αίτηση ηλεκτρονικά ή σε υποκατάστημα του παρόχου τους, να καλέσουν στον ειδικό πενταψήφιο αριθμό τηλεφωνικής εξυπηρέτησης ή να αποστείλουν email, ακολουθώντας τις οδηγίες για το μητρώο άρθρου 11 που περιγράφονται στην ιστοσελίδα της εταιρείας τηλεπικοινωνίας που ανήκουν
Σημειώνεται ότι η ένταξη στο μητρώο αυτό δεν προσφέρει καμία προστασία από εταιρείες και call centers που βρίσκονται ή εμφανίζονται να βρίσκονται στο εξωτερικό
Σε περίπτωση που ο συνδρομητής, αν και δηλωμένος στο «μητρώο 11», εξακολουθεί να δέχεται ανεπιθύμητες τηλεφωνικές κλήσεις τότε, σύμφωνα με τον νόμο, δικαιούται πλήρη αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης (ελάχιστο 10.000 ευρώ)
Οι σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας
Το ζήτημα των τηλεφωνικών κλήσεων για σκοπούς απευθείας προώθησης προϊόντων ή υπηρεσιών και για κάθε είδους διαφημιστικούς σκοπούς ρυθμίζεται στο άρθρο 11 του νόμου 3471/2006, όπου ορίζονται τα σχετικά με τις μη ζητηθείσες επικοινωνίες.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τη διάταξη του εν λόγω άρθρου:
«1. Η χρησιμοποίηση αυτόματων συστημάτων κλήσης, ιδίως με χρήση συσκευών τηλεομοιοτυπίας (φαξ) ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, και γενικότερα η πραγματοποίηση μη ζητηθεισών επικοινωνιών με οποιοδήποτε μέσο ηλεκτρονικής επικοινωνίας, χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση, για σκοπούς απευθείας εμπορικής προώθησης προϊόντων ή υπηρεσιών και για κάθε είδους διαφημιστικούς σκοπούς, επιτρέπεται μόνο αν ο συνδρομητής συγκατατεθεί εκ των προτέρων ρητώς.
2. Δεν επιτρέπεται η πραγματοποίηση μη ζητηθεισών επικοινωνιών με ανθρώπινη παρέμβαση (κλήσεων) για τους ανωτέρω σκοπούς, εφόσον ο συνδρομητής έχει δηλώσει προς τον φορέα παροχής της διαθέσιμης στο κοινό υπηρεσίας, ότι δεν επιθυμεί γενικώς να δέχεται τέτοιες κλήσεις. Ο φορέας υποχρεούται να καταχωρίζει δωρεάν τις δηλώσεις αυτές σε ειδικό κατάλογο συνδρομητών, ο οποίος είναι στη διάθεση κάθε ενδιαφερομένου, […]
5. Οι φορείς παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών έχουν την υποχρέωση να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα, που καθορίζονται με κοινή πράξη της Α.Π.Δ.Π.Χ. και της Α.Δ.Α.Ε., για την αποτροπή της μη ζητηθείσας επικοινωνίας. Από τον φορέα παροχής διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που παραβίασε από αμέλεια την υποχρέωση αυτή, καθώς και την υποχρέωση που προβλέπεται στο εδάφιο β΄ της παραγράφου 2, οι αποδέκτες μη ζητηθείσας επικοινωνίας, έχουν το δικαίωμα να αξιώσουν αποζημίωση για κάθε περιουσιακή ζημία ή χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη. Για τη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, εφαρμόζεται αναλογικώς η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του παρόντος νόμου. Ο φορέας παροχής διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών δεν υποχρεούται σε αποζημίωση και στη λήψη μέτρων ώστε να μην επαναληφθεί η παραβίαση στο μέλλον εφόσον αποδείξει ότι δεν τον βαρύνει αμέλεια».
Επιπλέον, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 14 του νόμου 3471/2006
«1. Φυσικό ή Νομικό Πρόσωπο που, κατά παράβαση του Νόμου αυτού, προκαλεί περιουσιακή βλάβη υποχρεούται σε πλήρη αποζημίωση. Αν προκάλεσε ηθική βλάβη, υποχρεούται σε χρηματική ικανοποίηση.
2. Η κατά το άρθρο 932 ΑΚ χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης για παράβαση του παρόντος Νόμου ορίζεται, κατ’ ελάχιστο, στο ποσό δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, εκτός αν ζητηθεί από τον ενάγοντα μικρότερο ποσό. Η χρηματική ικανοποίηση επιδικάζεται ανεξάρτητα από την αιτούμενη αποζημίωση για περιουσιακή βλάβη».
Η πρόβλεψη αυτή του ελάχιστου ορίου των 10.000 ευρώ (ανά κλήση , ή αντίστοιχα σε περιπτώσεις γραπτών επικοινωνιών, ανά SMS /e-mail κλπ όπου ισχύει το αυστηρότερο σύστημα opt in), έχει απασχολήσει πολλές φορές τη νομολογία.
Αρκετές αποφάσεις έχουν δεχθεί ότι η πρόβλεψη αυτή αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας και ότι είναι αντίθετη στο άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος, με το σκεπτικό ότι το ως άνω ποσό των 10.000 ευρώ υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου, δεδομένου ότι το ποσό αυτό, κατά την κοινή πείρα, τη δικαστηριακή πρακτική και τη συνείδηση για το δίκαιο, υπερτερεί, καταφανώς, εκείνων που συνήθως επιδικάζονται σε παρόμοιες περιπτώσεις χρηματικής ικανοποιήσεως και είναι υπερβολικό.
Αρκετές όμως αποφάσεις δέχονται και το ακριβώς αντίστροφο, θεωρώντας ότι εν προκειμένω ο Νομοθέτης αξιολόγησε την προσβολή και θέσπισε το ανωτέρω ελάχιστο όριο σταθμίζοντας τα αντικρουόμενα έννομα αγαθά, εκ των οποίων το ένα είναι το συνταγματικώς κατοχυρωμένο ατομικό δικαίωμα στην προστασία των προσωπικών δεδομένων (αρθ. 9 Α Σ), έναντι του οποίου «δεν είναι ανάλογοι» οι οικονομικοί σκοποί που επιδιώκουν οι διαφημιζόμενοι.
Η απόφαση 564/2024 του Αρείου Πάγου (για την συνταγματικότητα της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης των 10.000 ευρώ)
Η πρόσφατη απόφαση του Αρείου Πάγου υπ’ αριθ. 564/2024 τέμνει το ζήτημα υπέρ της δεύτερης άποψης. Κρίνει ότι «τα θεμελιώδη δικαιώματα των υποκειμένων, που μπορεί να θίγονται ή περιορίζονται, όχι μόνο διασφαλίζονται συνταγματικά, αλλά τίθενται, υπό την «εγγύηση του Κράτους» και περιορίζονται μόνο χάριν λόγων δημοσίου συμφέροντος και υπό προϋποθέσεις. Ο εθνικός νομοθέτης, με σκοπό να διασφαλίσει την ελάχιστη προστασία των πολιτών από επεμβάσεις στα προσωπικά τους δεδομένα και στην ιδιωτικότητα αυτών από συνήθως ισχυρά οικονομικούς οργανισμούς που προωθούν τα προϊόντα τους και παράλληλα να έχει η ορισθείσα χρηματική ικανοποίηση, τον απαιτούμενο αποτρεπτικό χαρακτήρα, έθεσε με τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 14 του ν. 3471/2006 ως ελάχιστο όριο της «εύλογης» χρηματικής ικανοποίησης το ποσό των 10.000 ευρώ.
Συνεπώς, δεν είναι αντισυνταγματική η εν λόγω διάταξη, ως αντικειμένη στην από το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας, αλλά σύμφωνη με τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 9Α του Συντάγματος, ενώ δεν υφίσταται αναλογία μεταξύ των οικονομικών σκοπών που εξυπηρετούνται με τις «αζήτητες» τηλεφωνικές διαφημιστικές κλήσεις και των συνταγματικά προστατευομένων προσωπικών δεδομένων των πολιτών».
Με την ανωτέρω θέση το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο θέτει τα κριτήρια βάσει των οποίων αξιολογείται η συνταγματικότητα της διάταξης και δεν είναι άλλα από την ανισορροπία των οικονομικών μεγεθών μεταξύ των πολιτών και των διαφημιζόμενων εταιρειών και την ανάγκη προστασίας ενός συνταγματικά κατοχυρωμένου ατομικού δικαιώματος κατά τρόπο επαρκώς αποτρεπτικό