Το 45άρι της His Master’s Voice που εκδόθηκε το 1959 είχε στις δύο πλευρές δύο εμβληματικά τραγούδια με τον Στέλιο Καζαντζίδη. Από τη μία πλευρά είχε το περίφημο «Δυο πόρτες έχει η ζωή» (των Βασίλη Καραπατάκη και Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου) και τη «Μαντουμπάλα».
Το δισκάκι ξεπερνά αμέσως κάθε προηγούμενο και κάνει το δικό του ρεκόρ. Πούλησε 102.000 ενώ κατέρριψε το προηγούμενο ρεκόρ που ήταν 54.000 και είχε το «Γαρύφαλλο στ’ αυτί» του Μάνου Χατζιδάκι με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση.
Η «Μαντουμπάλα» κυκλοφόρησε το 1959. Στη δεύτερη φωνή είναι η Μαρινέλλα, μπουζούκι παίζουν οι Στέλιος Μακρυδάκης και Ανέστος Αθανασίου (ή Γύφτος), ενώ στην ενορχήστρωση αλλά και στην κιθάρα βρίσκεται ο Στέλιος Χρυσίνης, ένας εκ των αρχιτεκτόνων (μαζί με Χιώτη, Καραπατάκη, Κολοκοτρώνη) του φαινομένου Στέλιος Καζαντζίδης.
Για να αντιληφθείτε το μέγεθος της επιτυχίας της «Μαντουμπάλας», την οποία τραγουδούσε ολόκληρη η Ελλάδα, φανταστείτε ότι δύο νυχτερινά κέντρα της εποχής δανείστηκαν το όνομά της: η Φλορίντα στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας και ο Πράσινος Μύλος στην Παλιά Κοκκινιά (εδώ έπειτα από ιδέα που έδωσε ο ίδιος ο Καζαντζίδης στον ιδιοκτήτη Νίκο Γιγουρτάκη).
Η «Μαντουμπάλα» αμέσως λατρεύτηκε από τον κόσμο, ίσως και λόγω μιας ιδιότυπης μόδας που ήθελε τους κινηματογράφους να γεμίζουν όποτε παιζόταν ινδική ταινία, ενώ και πολλά τραγούδια αντλούσαν έμπνευση – αν δεν μιλάμε για διασκευές αιγυπτιακών ή ινδικών τραγουδιών ή και αυτούσιους δανεισμούς – από μακρινές χώρες (κυρίως Ινδία).
Μετρήστε: «Μαγκάλα» με τον Αγγελόπουλο, «Φαρίντα» με τον Τσιτσάνη, «Μαχαρανή» του Περπινιάδη, «Φαράχ» του Γιώργου Κόρου, «Ζιγκουάλα», «Μανόλια» κτλ.
Έτσι, και η «Μαντουμπάλα» πρώτη και καλύτερη μετουσιώθηκε σε τραγούδι μεταφέροντας ένα εξωτικό κλίμα. Η ίδια μάλιστα ήταν υπαρκτό πρόσωπο (Μumtaz Begum Jehan Dehlavi λεγόταν) και μαζί με τη θρυλική Ναργκίς και τη Μίνα Κουμάρι υπήρξαν οι ιέρειες του ινδικού κινηματογράφου.
Η μουσική βάση της «Μαντουμπάλας» – αρκετά διασκευασμένη βέβαια, τόσο που να θεωρείται από όσους έχουν ακούσει το πρωτότυπο τραγούδι αυτούσια και καινούργια ολοκληρωμένη δημιουργία – υπήρξε ένα κομμάτι του Ραβί Σανκάρ (στα ελληνικά μεταφράζεται ως «Έλα σε ποθούν τα αισθήματά μου») και είναι το τραγούδι που ακούγεται στην ταινία με τη Ναργκίς «Ο αλήτης της Βομβάης».
Ο γνωστός σινεφίλ Καζαντζίδης αλίευσε το μουσικό θέμα και το έπαιξε με την κιθάρα του στην Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, η οποία έγραψε τον στίχο. Μάλιστα, όπως λέει σε παλαιότερη συνέντευξή του ο συνθέτης Θόδωρος Δερβενιώτης, ο Καζαντζίδης σε ένα ταξίδι με αυτοκίνητο στη Λάρισα τον είχε τρελάνει να μουρμουράει τη μελωδία και να δοκιμάζει διάφορα στιχάκια.
Τελικά – και με καθοριστική συμβολή του Δερβενιώτη που αρχικά ήταν επιφυλακτικός με εκείνες τις παράξενες πολιτιστικές ανταλλαγές – η μελωδία ολοκληρώθηκε (για την ακρίβεια, γράφτηκε από τον Δερβενιώτη από την αρχή και κρατήθηκε μόνον ένα μέρος της αρχικής μελωδίας) και ο στίχος της Ευτυχίας «κούμπωσε» στη «Μαντουμπάλα» – παρεμπιπτόντως στα ινδικά σημαίνει «γλυκό κορίτσι». Το τραγούδι έκανε θραύση και γνώρισε δεκάδες επανεκτελέσεις μέχρι σήμερα.
Αν αναρωτιέστε για τη μεγάλη επιτυχία της «Μαντουμπάλας», λάβετε υπόψη σας ότι, εκτός από τις ερμηνευτικές ικανότητες του Καζαντζίδη και την ωραία μελωδία, η πονεμένη ελληνική κοινωνία είχε ανάγκη πού και πού από εξωτικά-ερωτικά θέματα στο τραγούδι, τα οποία θα απάλυναν κάπως το μεταπολεμικό συλλογικό τραύμα της.