Πόσο όμορφο πράγμα η αγκαλιά. Έχει μια τρομερή δύναμη, να ενώνει όλα τα σπασμένα κομμάτια σου, να τα κολλάει ξανά. Χωρίς κάποια τρομερή προσπάθεια. Έτσι αυθόρμητα, όσο μπορεί να γίνει και μια αγκαλιά.
Κάτι τόσο μικρό με μια δόση ρομαντισμού κι οικειότητας, μα τόσο αγνή κι αθώα και μας είναι απαραίτητη. Όταν δεν είμαστε καλά ή ακόμα κι όταν είμαστε πολύ καλά. Για να επαληθεύουμε την αγάπη μας. Για να τη δείξουμε στον άλλον τόσο απλά. Εκεί που καθόμαστε, εκεί που φιλιόμαστε, εκεί που γελάμε κι εκεί που μιλάμε, κοινώς, εκεί που αγαπάμε.
Κι οι αγκαλιές είναι τόσο σημαντικές. Πόσο άσκοπο να τις σκορπάς σε άτομα που δεν αξίζουν. Σε καταστάσεις που δεν αξίζουν. Που δε στάθηκαν αρκετές, επαρκείς στα γεγονότα. Θα έπρεπε να είναι ικανοί να μας σταθούν. Να είναι εκεί βασικά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Θα έπρεπε να είναι οι άνθρωποί μας. Αυθόρμητα, ρε παιδί μου, χωρίς προσπάθεια. Για πόσους θα το έλεγες αυτό, λοιπόν; Ξέρεις, ότι είναι άνθρωποί σου. Δικοί σου με όλη τη σημασία της λέξης.
Και η αγκαλιά είναι αυτή η σφραγίδα, όχι της ιδιοκτησίας ούτε της κατοχής. Μα η σφραγίδα της αγάπης. Όχι απαραίτητα ερωτικής ή φιλικής. Θα μπορούσε να είναι απλά αγάπη για το ευγενικό που υπάρχει δίπλα μας. Η αγάπη που δίνουμε σε κάποιον που συμπαθήσαμε με την πρώτη γνωριμία. Αγάπη για κάτι γλυκό που σε έκανε να χαμογελάσεις. Εκεί να τις δίνεις αυτές τις αγκαλιές, χωρίς να το πολυσκέφτεσαι κιόλας. Σε τέτοιες όμορφες, καθημερινές στιγμές.
Όμως, κάποια στιγμή μεγαλώνεις, ωριμάζεις και λίγο -ίσως πάλι όχι και τόσο, αλλά μικρή η σημασία-, το θέμα είναι ότι συνειδητοποιείς∙ τι θέλεις, τι απαιτείς και τι είσαι ικανός να διεκδικήσεις μέχρι τέλους. Και θα μάθεις ποια άτομα μπορούν να σου δώσουν όλα όσα ζητάς, ποια άτομα θα σου γεννήσουν έρωτα. Και ποια ποτέ δε θα καταφέρουν να σου ανάψουν τη φλόγα στα μάτια. Αυτή, ναι, που σου ανάβει όλο το σώμα και με ένα «τσακ» του βάζει και φωτιά. Και τώρα όλα στάχτη.
Αυτήν την αγάπη δε ζητάμε όλοι; Αυτήν που μας καίει και μας ζεσταίνει ταυτόχρονα. Αυτήν την ιδιαίτερη, όχι την τυπική. Που μας μουδιάζει τα πόδια και το μυαλό συγχρόνως. Και πώς να σκεφτείς. Και τι να σκεφτείς. Και ποιος σου είπε ότι χρειάζεται κιόλας. Αυτήν την αγάπη. Την τρελή, την εγωκεντρική, τη μανιώδη. Τη χωρίς πρόγραμμα, μεγάλα λόγια κι ηλίθιες τυπικότητες. Αλλά βουτηγμένες στον αυθορμητισμό στιγμές κι εντάσεις και φιλιά.
Βαθιά μέσα μας, καλώς ή κακώς, ξέρουμε. Άλλο που πολλές φορές αρνούμαστε να το παραδεχτούμε, γιατί βολευτήκαμε σε μια σχέση. Άλλα γνωρίζουμε ποιοι άνθρωποι μας κουμπώνουν και ποιοι ποτέ δε φτιάχτηκαν για μας. Ποιοι είναι λες και βγήκαν απ’ τις βαθύτερες επιθυμίες και κρύφτηκαν στην καρδιά μας. Μα και ποιοι, δυστυχώς, όσο τέλειοι και να είναι δε θα μπορέσουν ποτέ να μας κάνουν ευτυχισμένους -τουλάχιστον όσο μπορούν αυτοί οι ατελείς άνθρωποι.
Άνθρωποι που μπορεί να μην κάνουν και τίποτα σωστά, να μη λένε ούτε αυτό που πρέπει ούτε όποτε πρέπει. Άνθρωποι με περίεργες συνήθειες, διαφορετικές απόψεις κι επιλογές που λίγοι καταλαβαίνουν. Με έντονη προσωπικότητα. Μα αυτοί είναι συνήθως που μπορούν να γίνουν άνθρωποί μας. Γιατί θα μπορέσουμε να ενώσουμε όσα κομμάτια μας λείπουν και να σχηματίσουμε το ένα, να ακουστεί αυτό το «κλικ», να γίνουμε ολόκληροι και να συνεχίσουμε μαζί.
Μαζί. Λέξη που κρύβει την ασφάλεια μιας αγκαλιάς, με τη μαγεία ενός φιλιού και τον έρωτα ενός χαμόγελου. Τόσο όμορφη μπορεί να υπάρξει. Γι’ αυτό το «μαζί» θέλει προϋποθέσεις. Που ο καθένας είναι ικανός να ορίσει για τον εαυτό του και μόνο. Ούτε κανόνες με «πρέπει» και «ποτέ». Μόνο να νιώσει. Να νιώσει τον άλλον. Κι αν νιώθει σαν το σπίτι του, ας μείνει εκεί.
Και αν δεν ξέρεις τι ψάχνεις, αλλά ξέρεις ότι αυτό που ζεις δεν έχει αυτήν την τρέλα, αυτή τη μαγεία της χημείας της αμοιβαίας, γιατί; Γιατί σκορπιέσαι σε τέτοιες αγκαλιές; Αν δεν ακούς κάτι μέσα σου να κλειδώνει, και την καρδιά σου να κόβει βόλτα στο σώμα του άλλου, στο άγγιγμα του άλλου, γιατί να μείνεις;
Κι όταν βρίσκεις αυτόν τον άνθρωπο -ξέρεις, τον έναν, όχι απαραίτητα για πάντα, αλλά για κάθε μέρα, για ένα κάθε μέρα που ίσως είναι και για πάντα- το ξέρεις και δε θα το αμφισβητήσεις και ποτέ.
Χαραμίζεις και χρόνο και προσπάθεια κι αγκαλιές με τους άλλους. Πώς τολμάς; Πώς, ενώ τόσος έρωτας σε περιμένει να τον ζήσεις, όταν τόσες αγκαλιές είναι άδειες. Τόσο άδειες που ποτέ δε θα έπρεπε. Και χρόνο χαραμίζεις, πολύτιμο κι αναλώσιμο. Κι εσύ μένεις στάσιμος κι απλά τον εξαντλείς. Τρέχα. Τρέχα μακριά. Μέχρι να ξέρεις ότι εδώ -ναι, εδώ- πρέπει να σταματήσεις κι απλά να αφεθείς.

Συντάκτης: Χριστίνα Καρυοφυλλίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη
.pillowfights.gr

Από xiromeropress