ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ

αγωνας
Ήταν Τετάρτη 17 Ιουνίου 1964. Το απόγευμα θα διεξάγονταν οι δύο ημιτελικοί αγώνες για το κύπελλο Ελλάδας. Στην Κατερίνη θα έπαιζαν ο πανίσχυρος τότε Πιερικός με την Α.Ε.Κ. και στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας ο Παναθηναϊκός με τον Ολυμπιακό. Η αναμέτρηση των «δύο αιωνίων αντιπάλων» προκαλούσε το ενδιαφέρον των φιλάθλων σ’ όλη τη χώρα. Και οι δύο είχαν προκριθεί εύκολα στους προηγούμενους γύρους, ένας όμως θα έφθανε στον τελικό. Αν ο αγώνας έληγε ισόπαλος στην κανονική του διάρκεια, θα ακολουθούσε ημίωρη παράταση. Αν και σ’ αυτή δεν αναδεικνυόταν νικητής, οι δυο ομάδες θα έπαιζαν μετά από μια εβδομάδα στο γήπεδο Καραϊσκάκη. (Δεν υπήρχε τότε η διαδικασία των πέναλτι.)
Από το μεσημέρι το γήπεδο είχε γεμίσει ασφυκτικά. Σύμφωνα με δημοσιεύματα του τύπου της εποχής, οι θεατές ανέρχονταν σε 30.000 περίπου. Είχαν μάλιστα πληρώσει πανάκριβο εισιτήριο για τα τότε οικονομικά δεδομένα (40 δραχμές όσοι κάθονταν στις κεντρικές κερκίδες και 20 δραχμές αυτοί που κάθονταν στα δυο «πέταλα»). Στις κερκίδες βρίσκονταν οπαδοί και των δύο κορυφαίων ποδοσφαιρικών συλλόγων της χώρας. Στις 5 μ. μ. οι δυο ομάδες βγήκαν στον αγωνιστικό χώρο με τις καλύτερες δυνατές συνθέσεις τους. Μετά από λίγα λεπτά ο Ολλανδός διαιτητής Μάττενς σφύριξε την έναρξη της αναμέτρησης. Τίποτε δεν προμήνυε τα όσα θα ακολουθούσαν μετά από δυο ώρες.
Στο πρώτο ημίχρονο οι ποδοσφαιριστές έδειξαν κάποια διάθεση να παίξουν ποδόσφαιρο. Στο 13ο λεπτό ο Παναθηναϊκός έχασε μοναδική ευκαιρία για να ανοίξει το σκορ. Ό,τι δεν κατόρθωσε η αθηναϊκή ομάδα το πέτυχε στο 25ο λεπτό ο Ολυμπιακός, ο οποίος προηγήθηκε με γκολ που σημείωσε ο Νεοφώτιστος ύστερα από λάθος του αντίπαλου τερματοφύλακα. Μετά από δέκα λεπτά ο Παναθηναϊκός ισοφάρισε με το «μαέστρο» Μίμη Δομάζο. Στο 41ο λεπτό ένας επιθετικός του Ολυμπιακού απείλησε με παραβίαση την εστία του Παναθηναϊκού.
Στο δεύτερο ημίχρονο και στην παράταση παίχτηκε «παρωδία ποδοσφαίρου». Οι ποδοσφαιριστές αγωνίζονταν νωχελικά. Έφταιγε η ζέστη που επικρατούσε εκείνο το απόγευμα του Ιουνίου ή ο αγώνας ήταν «σικέ», ώστε να λήξει ισόπαλος για να επαναληφθεί μετά από εφτά ημέρες και οι δυο σύλλογοι να καρπωθούν τις εισπράξεις του επαναληπτικού αγώνα; Οι θεατές πίστεψαν ότι συνέβαινε το δεύτερο.
Στις κερκίδες οι ψίθυροι περί συνεννοημένου παιγνιδιού είχαν αρχίσει να παίρνουν διαστάσεις. Οι αποδοκιμασίες των θεατών («αίσχος, αίσχος» και «τα λεφτά μας πίσω») μετατράπηκαν γρήγορα σε απειλές («θα μπούμε μέσα και θα τα σπάσουμε»). Σε λίγο όλο το γήπεδο δονείτο από το σύνθημα «Περού – Περού». Οι οπαδοί υπενθύμιζαν στα ποδοσφαιρικά τους ινδάλματα τα δραματικά γεγονότα που είχαν συμβεί πριν από λίγο καιρό σε γήπεδο του Περού, όπου σε επεισόδια έχασαν τη ζωή τους εκατοντάδες άτομα. Γενικά η ατμόσφαιρα ήταν άκρως ηλεκτρισμένη. Αρκούσε μια σπίθα, για να ανάψει η φωτιά. Στο 22ο λεπτό της παράτασης (στο 112ο λεπτό του αγώνα) ένας παίκτης του Παναθηναϊκού έχασε μια απίθανη ευκαιρία, για να δώσει τη νίκη και την πρόκριση στην ομάδα του. Αυτό ήταν. Οι θεατές που βρίσκονταν στο «πέταλο» κατέβηκαν στα κιγκλιδώματα, τα οποία χώριζαν τον αγωνιστικό χώρο από τις κερκίδες, και επιχειρούσαν να τα «ξηλώσουν». Ο διαιτητής διέκοψε τον αγώνα και οι ποδοσφαιριστές των δύο ομάδων πανικόβλητοι έτρεξαν προς την καταπακτή και αμπαρώθηκαν στα αποδυτήρια. Ο αστυνομικός διευθυντής Χανδρινός, επιφορτισμένος με την τήρηση της τάξης στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, συνειδητοποιώντας ότι ήταν αδύνατη η συγκράτηση του αγανακτισμένου πλήθους, έδωσε εντολή στις αστυνομικές δυνάμεις να φύγουν μπροστά από τα κιγκλιδώματα. Σε ελάχιστα λεπτά οι οπαδοί τα «ξήλωσαν» και όρμησαν στον αγωνιστικό χώρο. Τα δοκάρια γκρεμίστηκαν, τα δίκτυα κάηκαν, οι διαφημιστικές πινακίδες έγιναν παρανάλωμα του πυρός. Μια ομάδα οπαδών ανέβηκε στην κερκίδα των επισήμων, προπηλάκισε τους ποδοσφαιρικούς παράγοντες που κάθονταν εκεί, άρπαξε τις καρέκλες και τις έκαψε στο κέντρο του γηπέδου. Χιλιάδες άλλοι άρχισαν να πολιορκούν τις εγκαταστάσεις των αποδυτηρίων.
Οι ποδοσφαιριστές των δυο ομάδων, αδελφωμένοι κάτω από τον κοινό φόβο και την κοινή απειλή, παρέμεναν εγκλωβισμένοι στα αποδυτήρια και στον κλειστό χώρο που χρησιμοποιείτο για την ενόργανη γυμναστική, εκεί όπου οι τοίχοι τούς παρείχαν κάποια ασφάλεια. Στο μεταξύ από τα σπασμένα παράθυρα και τις σπασμένες πόρτες «έπεφταν βροχή» οι πέτρες και τα σίδερα, τα οποία εκσφενδόνιζαν οι αγανακτισμένοι οπαδοί. Ποδοσφαιριστές, προπονητές και παράγοντες περίμεναν με αγωνία να εξομαλυνθεί η κατάσταση, για να φύγουν από το γήπεδο. Μάταια όμως. Οι αστυνομικοί δεν μπορούσαν να τους φυγαδεύσουν. Κάποια στιγμή καπνός άρχισε να γεμίζει τα αποδυτήρια. Οι οπαδοί έριξαν στην καταπακτή δοκάρια, καρέκλες και άλλα αντικείμενα και βάζοντας φωτιά δημιούργησαν αποπνικτική ατμόσφαιρα. Οι αστυνομικές ενισχύσεις και οι πυροσβεστικές αντλίες δεν μπορούσαν να προσεγγίσουν στο γήπεδο λόγω του πλήθους που είχε συγκεντρωθεί στους γύρω δρόμους. Έτσι για ώρες ολόκληρη η περιοχή των Αμπελοκήπων καλυπτόταν από πυκνά νέφη καπνού.
Αφού οι εξαγριωμένοι φίλαθλοι ολοκλήρωσαν το καταστροφικό έργο τους, ξεχύθηκαν στους δρόμους της Αθήνας κρατώντας σιδερένιους λοστούς, κομμάτια από τα δοκάρια του γηπέδου, καρέκλες, λαμαρίνες και άλλα αντικείμενα με σκοπό να καταστρέψουν τα καταστήματα των ποδοσφαιριστών του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού. Η επέμβαση όμως των αστυνομικών δυνάμεων απέτρεψε την καταστροφή των καταστημάτων αυτών. Άλλες, πολυάριθμες, ομάδες οπαδών κατόρθωσαν να φτάσουν στα επί της οδού Θεμιστοκλέους γραφεία της Ε.Π.Ο (= της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας), απ’ όπου απομακρύνθηκαν από τους αστυνομικούς. Άλλοι φίλαθλοι κατευθύνθηκαν προς τη Βουλή, όπου εκπρόσωποί τους έγιναν δεκτοί από αντιπρόσωπο του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου, ο οποίος επικοινώνησε αμέσως με το Γενικό Γραμματέα Αθλητισμού Γ. Βήχο. Ο τελευταίος δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι θα λάβαινε αυστηρά μέτρα εναντίον των υπευθύνων. Μάλιστα πρόσθεσε ότι «τα επεισόδια αυτά δείχνουν ότι οι ιθύνοντες της Ε.Π.Ο. και τα μεγάλα ποδοσφαιρικά σωματεία είχαν χάσει τον έλεγχον της καταστάσεως». Τελικά οι ομάδες των φιλάθλων διαλύθηκαν και η πρωτεύουσα ηρέμησε μόλις την 11η μ. μ. χωρίς να σημειωθούν άλλα επεισόδια ή να διενεργηθούν συλλήψεις διαδηλωτών. Έμενε όμως για ώρες δίπλα στο σιντριβάνι της πλατείας Ομονοίας η μεγάλη περιστρεφόμενη σιδερένια θύρα του γηπέδου της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, την οποία οι οπαδοί έσερναν στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας ως λάφυρο της εξέγερσής τους για τα κακώς κείμενα στο ελληνικό ποδόσφαιρο.
Μετά τα δραματικά γεγονότα που συνέβησαν στο γήπεδο του Παναθηναϊκού τη 17η Ιουνίου 1964 η 22α διοργάνωση του κυπέλλου Ελλάδας (1963 – 1964) διακόπηκε. Η Ε.Π.Ο. δεν τόλμησε να ορίσει επαναληπτικό αγώνα στο γήπεδο Καραϊσκάκη. Έτσι κυπελλούχος ανακηρύχτηκε η Α.Ε.Κ., η οποία νίκησε στον άλλο ημιτελικό τον Πιερικό με σκορ 3 – 1.
πηγη /chronontoulapo.wordpress.com/

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ

Από xiromeropress

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *