Από αυτούς δεν θέλω να χάνω!». Αυτή είναι μια φράση που χρησιμοποιούν πάντα οι οπαδοί των δύο «αιωνίων» του ελληνικού αθλητισμού, κάθε φορά που έρχονται αντιμέτωποι. Αυτό κρατάει σχεδόν έναν αιώνα, με τους υποστηρικτές Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού να θεωρούν έως και… ζωτικής σημασίας μια επικράτηση κόντρα στον αντίπαλο που πάντα θέλουν να κερδίζουν, ασχέτως σε ποια κατάσταση είναι η αγαπημένη τους ομάδα, ή πόσο καλός ή χάλια είναι ο άλλος.
Αυτός ο ιδιότυπος… πόλεμος δεν θα τελειώσει ποτέ, όσο αυτοί οι δύο σύλλογοι συνεχίσουν να υπάρχουν. Και θα συνεχίσουν να υπάρχουν, διότι πολύ απλά πάρα πολύς κόσμος τους ακολουθεί παθιασμένα. Το πρόβλημα του εκάστοτε αθλητή είναι και… δικό τους. Τα ζητήματα που αντιμετωπίζει η ομάδα, επεκτείνονται στην καθημερινότητα «ερυθρόλευκων» και «πράσινων». Οι νίκες και οι χαρές, δε, πανηγυρίζονται τόσο έντονα, λες και οι ίδιοι έπαιξαν σε αυτά τα ματς, σημείωσαν κάποιο γκολ ή πέτυχαν καλάθι…
«Ο πόλεμος αρχίζει όταν θέλεις, αλλά δεν τελειώνει όταν θέλεις», είχε πει προ αιώνων ο Ιταλός πολιτικός και φιλόσοφος, Νικολό Μακιαβέλι. Η φράση αυτή φαίνεται ότι ταιριάζει… γάντι στην περίπτωση Παναθηναϊκού και Ολυμπιακού, που ακόμη και η σειρά αναφοράς τους -καλή ώρα σε αυτό το κείμενο- μπορεί να αποτελέσει αφορμή διαμάχης. Και όπως προαναφέρθηκε, αυτή η «κολόνια» είναι σχεδόν αιώνια. Και γίνεται πιο έντονη, κάθε φορά που οι δύο τους αναμετρούνται, ακόμη και… στο τάβλι.
Η ταξική διαφορά υπήρχε, όχι όμως και η κόντρα
Με τον Παναθηναϊκό να προϋπάρχει ως αθλητική ύπαρξη, η ίδρυση του Ολυμπιακού ήρθε να καλύψει ένα «κενό» που έπρεπε να συμπληρωθεί. Αρχικά, οι υποστηρικτές των δύο συλλόγων είχαν σχετικά αγαστές σχέσεις, αν και το ταξικό χάσμα μεταξύ τους ήταν πολύ μεγάλο. Η «πράσινη» πλευρά αποτελούσε το καμάρι της Αθήνας και του αστικού φάσματος του λεκανοπεδίου και η «ερυθρόλευκη» πλευρά ήταν κάτι αντίστοιχο για τον Πειραιά, με την πολύ πιο εργατική κοινωνική σύνθεση.
«Κολωνακιώτες» και «Λιμανίσιοι» ήταν τα παρατσούκλια που χρησιμοποιούσαν στα πειράγματα οι φίλοι των δύο ομάδων, υποδηλώνοντας έτσι και την ταξική τους προέλευση. Οι περισσότεροι Παναθηναϊκοί ανήκαν στην υψηλή κοινωνία του κέντρου και των βορείων προαστίων της πρωτεύουσας και οι Ολυμπιακοί -κατά πλειονότητα- προέρχονται από τα κατώτερα οικονομικά στρώματα των νοτίων προαστίων της Αθήνας και του Λιμανιού. Η ομάδα που εξέφραζε την υψηλή κοινωνία στον Πειραιά ήταν ο Εθνικός, ενώ η ΑΕΚ ήταν από τότε μια… άλλη εντελώς κατάσταση.
Μέχρι και το 1930 οι δύο σύλλογοι έτρεφαν αισθήματα αμοιβαίου σεβασμού και δεν είχαν καταγραφεί διαμάχες. Άλλωστε, από το πρώτο κιόλας Πανελλήνιο Πρωτάθλημα (1927-28) η αποβολή του Ολυμπιακού από την ΕΠΟ έφερε την άμεση συστράτευση των δύο «μεγάλων» της Αθήνας, Παναθηναϊκού και ΑΕΚ, που τάχτηκαν στο πλευρό των Πειραιωτών και αποσπάστηκαν από το πρωτάθλημα της ΕΠΟ.
Ήταν τότε που ιδρύθηκε το περίφημο ΠΟΚ, μια έννοια που ακόμη και σήμερα χρησιμοποιείται -κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα- και σήμαινε «Ποδοσφαιρικός Όμιλος Κέντρου» ή «Ποδοσφαιρική Οργάνωση Κέντρου». Φυσικά, υπάρχουν ακόμη αυτοί που επιμένουν ότι αυτά ήταν τα αρχικά των ομάδων που του έφτιαξαν («Π» για τον Παναθηναϊκό, «Ο» για τον Ολυμπιακό και Κ, δηλαδή Κωνσταντινούπολη για την ΑΕΚ).
Το ματς που τα άλλαξε όλα…
Ωστόσο, η κοινωνικό-ταξική διαφοροποίηση αυξανόταν συνεχώς και η σχέση τους θα άλλαζε οριστικά, όταν και κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν οι μεν τους δε για πρώτη φορά σε επίσημο επίπεδο. Η πρώτη «αιώνια» μονομαχία που δεν είχε φιλικό χαρακτήρα, πραγματοποιήθηκε την 1η Ιουνίου του 1930, στην έδρα του Παναθηναϊκού, εκεί που βρίσκεται και σήμερα το γήπεδο της λεωφόρου Αλεξάνδρας. Ήταν σχεδόν πέντε χρόνια μετά την πρώτη τους συνάντηση στην ιστορία, στις 28 Ιουνίου του 1925, όταν είχαν αναδειχθεί ισόπαλοι με 3-3.
Οι «πράσινοι» αντιμετώπιζαν τους «ερυθρόλευκους» με φόντο τη διεκδίκηση του πρώτου τους τίτλου, καθώς ο κάτοχος του προηγούμενου τροπαίου, ο Άρης Θεσσαλονίκης, έχει βγει εκτός μάχης. Οι φίλοι των Πειραιωτών, έχοντας δεδομένη την ανωτερότητα της ομάδας τους, έφτασαν στο γήπεδο κρατώντας ένα φέρετρο, ώστε να… κηδέψουν το «τριφύλλι» μετά το τέλος του παιχνιδιού. Οι γηπεδούχοι είχαν την υποστήριξη περίπου 8.000 φιλάθλων, ενώ οι Πειραιώτες είχαν κατακλύσει, λόγω οικονομικών δυσκολιών, τον λόφο του Λυκαβηττού.

Το όλο σκηνικό μύριζε… μπαρούτι και η εξέλιξη του αγώνα, όπως και το τελικό σκορ, ήρθαν να επιβεβαιώσουν ότι ο «πόλεμος» μεταξύ των δύο πλευρών θα ξεκινούσε…
Ο σαρωτικός Παναθηναϊκός και το ξύλο

Ήδη από τα πρώτα λεπτά της αναμέτρησης τα προγνωστικά είχαν διαψευστεί. Με την ανάπαυλα οι γηπεδούχοι βρίσκονταν μπροστά στο σκορ με 4 -0. Στην επανάληψη συνέχισαν στον ίδιο ρυθμό, αν και με το σκορ να πηγαίνει κάποια στιγμή από το 5-0 στο 5-2, οι «ερυθρόλευκοι» αναθάρρησαν. Το τελικό 8-2 ήρθε να αναδείξει την ανωτερότητα των «πράσινων» σε εκείνο το παιχνίδι και τον Άγγελο Μεσσάρη σε MVP, καθώς σημείωσε δύο τέρματα.
Για την ιστορία, τα γκολ του αγώνα πέτυχαν κατά σειράν οι: Συμεωνίδης στο 10′, Μεσσάρης στο 20′ και στο 25′, Συμεωνίδης στο 30′, Πιερράκος στο 53′, Γιώργος Ανδριανόπουλος στο 56′ και στο 59′, Κουράντης στο 72′ (αυτογκόλ), Μηγιάκης στο 76′ και Πιερράκος στο 81′. Το «τριφύλλι», με την νίκη του και στον επαναληπτικό αγώνα με σκορ 1-2, κατέκτησε το πρώτο του πρωτάθλημα και μοναδικό για τα επόμενα 20 χρόνια.
Μετά τη λήξη του αγώνα της 1ης Ιουνίου, το φέρετρο που κουβαλούσαν μαζί τους οι υποστηρικτές του Ολυμπιακού διαλύθηκε και τα κομμάτια του χρησιμοποιήθηκαν για την ένταση που ακολούθησε. Είναι τα πρώτα καταγεγραμμένα επεισόδια στην ιστορία μεταξύ των οπαδών των δύο «αιωνίων» και πιθανότατα τα παρθενικά στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Όταν ο ένας φόρεσε τα χρώματα του άλλου
Τη δεκαετία του ‘50 ο Ολυμπιακός ήταν εντυπωσιακός και το 1957 κατάφερε να κατακτήσει το τέταρτο σερί πρωτάθλημα και το 13ο συνολικά της ιστορίας του. Ήταν η εποχή που του δόθηκε το προσωνύμιο «Θρύλος». Τότε, οι ταξικές διαφορές των οπαδών τους ήταν επίσης έντονες, καθώς είχε προηγηθεί ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, που είχε φέρει την οικονομία της χώρας πολύ διαφορετικά επίπεδα από τα συνηθισμένα.
Ωστόσο, στο διάστημα αυτό εμφανίστηκαν και δείγματα συνεργασίας και σεβασμού μεταξύ των δύο συλλόγων. Τόσο ο Παναθηναϊκός δέχθηκε να παραχωρήσει τη φανέλα του όσο και ο Ολυμπιακός να τη φορέσει, στο φιλικό των Πειραιωτών με αντίπαλο τη Νίκολσον Βιέννης στις 12 Ιουλίου του 1950. Οι Αυστριακοί φορούσαν και εκείνοι ερυθρόλευκα, δεν είχαν άλλες εμφανίσεις να βάλουν και έτσι προτάθηκε -και έγινε- κάτι που φαντάζει σήμερα απίθανο. Μάλιστα, ο αγώνας έγινε στη λεωφόρο Αλεξάνδρας.
Το 1961 ο Ολυμπιακός αγωνίστηκε σε ένα ακόμη φιλικό απέναντι στη Σάντος του Πελέ στο γήπεδο της Λεωφόρου, ενώ ο Παναθηναϊκός το 1971 αγωνίστηκε στο Καραϊσκάκη ενάντια στη Νασιονάλ Μοντεβιδέο, στον τελικό του Διηπειρωτικού Κυπέλλου. Σε κανένα από όλα αυτά τα παιχνίδια δεν καταγράφηκε ασέβεια ή βανδαλισμός στην έδρα του «αιωνίου».
Επίσης, οι υποστηρικτές των δύο ομάδων είχαν… συνεργαστεί και σε επεισόδια, εναντίον μάλιστα των ίδιων των ομάδων τους. Ήταν 17Ιουνίου του 1964, στον ημιτελικό Κυπέλλου Ελλάδας της σεζόν 1963-64, ο οποίος διεξήχθη στο γήπεδο της λεωφόρου Αλεξάνδρας. Αυτός σημαδεύτηκε από εκτεταμένα επεισόδια και καταστροφές και έμεινε στην ιστορία ως «ημιτελικός – ολοκαύτωμα». Η κανονική διάρκεια ολοκληρώθηκε με σκορ 1-1 και οδηγήθηκε στη παράταση. Σε περίπτωση ισοπαλίας και στον επιπλέον χρόνο, θα υπήρχε επαναληπτικός αγώνας στο Καραϊσκάκης. Οι παίκτες, που είχαν επηρεαστεί και από την αφόρητη ζέστη, δεν μπορούσαν να βγάλουν ενέργεια στο έξτρα 30λεπτο, κάτι που εξαγρίωσε τους φιλάθλους, οι οποίοι πίστευαν ότι δύο ομάδες επεδίωκαν τον επαναληπτικό με σκοπό τα επιπλέον έσοδα.
Στο 115ο λεπτό, οπαδοί εισέβαλαν στον αγωνιστικό χώρο και κατέστρεφαν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους. Τα επεισόδια συνεχίστηκαν στο κέντρο της Αθήνας, ενώ την επόμενη ημέρα το ζήτημα έφτασε μέχρι τη Βουλή με σχετική επερώτηση. Η ΕΠΟ δεν όρισε επαναληπτικό και το Κύπελλο πήγε στην ΑΕΚ, που αδίκως περίμενε κάποιον αντίπαλο στον τελικό…
Το μίσος μένει, αλλά η ταξικότητα εξαφανίζεται
Τις δεκαετίες ’70 και του ’80 το ελληνικό ποδόσφαιρο αρχίζει να αποκτά εμπορικό χαρακτήρα, ενώ στη συνέχεια έγινε επαγγελματικό. Η αγορά των δύο «αιωνίων» από τον Νταϊφά και τον Βαρδινογιάννη έφερε άλλα δεδομένα. Ο κόσμος είχε ενεργή ενασχόληση με το ποδόσφαιρο, ενώ το κύμα χουλιγκανισμού στην Ευρώπη, επηρέασε και τη χώρα μας, με αρκετά επεισόδια να διαδραματίζονται.
Η αφοσίωση στη φανέλα δεν έπαιζε τόσο μεγάλο ρόλο για τους παίκτες, καθώς είχαν μια καριέρα να ακολουθήσουν και έτσι ήταν πολλοί αυτοί που πέρασαν από το «πράσινο» στο «ερυθρόλευκο»… στρατόπεδο και αντίστοιχα. Αυτό καταγράφηκε τόσο τη δεκαετία του ’90 όσο και με την είσοδο στο millennium, δίνονταν συνέχεια σε μια ιστορία που πάντα θα είναι από τα πλέον αγαπημένα θέματα συζήτησης στη φίλαθλη κοινότητα.
Σήμερα, εκλείπει σε μεγάλο βαθμό η ταξική διαφοροποίηση των δύο αντιπάλων, καθώς αμφότεροι διαθέτουν φιλάθλους σε ολόκληρη την Ελλάδα, ανεξαρτήτως κοινωνικών τάξεων. Άλλωστε, τόσο από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, όταν οι Έλληνες είδαν να… φουσκώνει το πορτοφόλι τους, όσο και στις αρχές της δεκαετίας που διανύουμε, με την είσοδο στα δημοσιονομικά προγράμματα, σχεδόν όλη η εργατιά και τα μεσαία λαϊκά στρώματα είχαν σχεδόν όλοι πάνω-κάτω την ίδια οικονομική δύναμη. Άλλωστε, σε πολλές περιπτώσεις επικράτησε το «non politica» στις εξέδρες -ειδικά στο Καραϊσκάκη- ενώ και οι παραδοσιακές προτιμήσεις σε πολιτικούς χώρους, άρχισαν να ομογενοποιούνται.
Έτσι, ασχέτως εάν κάποιος είναι φτωχός ή πλούσιος, αριστερός ή δεξιός, στην οπαδική του προτίμηση θα εκδηλωθεί με τον τρόπο που έχει… εκπαιδευτεί. Για 90 λεπτά έχουμε πόλεμο!
ΠΗΓΗ

Από xiromeropress

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *