To νέο πρότζεκτ του καταξιωμένου Έλληνα αρχιτέκτονα, που έχει συνεργαστεί για χρόνια με τον κορυφαίο Ζαν Νουβέλ σε θρυλικά έργα σε όλο τον κόσμο, έχει ήδη τραβήξει την προσοχή του διεθνούς Τύπου στο Νυδρί της Λευκάδας. Μιλήσαμε με τον Γιώργο Μπάτζιο γι΄ αυτό το ξενοδοχείο με τους τεχνητούς αμμόλοφους, αλλά και για το μέλλον της Αθήνας ως μητρόπολης της αρχιτεκτονικής. 

Ο Γιώργος Μπάτζιος έχοντας εργαστεί χρόνια στο πλευρό του θρυλικού Ζαν Νουβέλ, έχει επιβλέψει διάσημα έργα όπως το Μουσείο του Λούβρου στο Άμπου Ντάμπι, ο πύργος του μουσείου MoMA στη Νέα Υόρκη, το κτίριο της Φιλαρμονικής στο Παρίσι. Την τελευταία δεκαετία επέστρεψε στην Ελλάδα, ακολουθώντας πίσω στην πατρίδα τη σύζυγό του, και ίδρυσε το δικό του αρχιτεκτονικό γραφείο, Georges Batzios Architects, αναλαμβάνοντας έργα που, όπως εξηγεί ο ίδιος στο iefimerida.gr, δεν έχουν σκοπό να λειτουργήσουν σαν άκαμπτα σύγχρονα μνημεία αρχιτεκτονικής, αλλά να αναδείξουν την πραγματική ταυτότητα ενός χώρου, πατώντας στις αληθινές ρίζες του. Όπως το νέο του project, ένα οικολογικό μοντέρνο resort στη Λευκάδα, που θα ανεγερθεί στο Νυδρί, κατασκευάζοντας ακόμα και τεχνητούς αμμόλοφους. Μιλήσαμε μαζί του και μας εξήγησε πώς θα πραγματοποιηθεί αυτό το φιλόδοξο σχέδιο που έχει ήδη τραβήξει την προσοχή του διεθνούς Τύπου στο νησί του Ιονίου.

Το ξενοδοχείο Dunes individual beach hotel θα χτιστεί σε σχήμα Π και στην παραλία θα γίνει ανάπλαση με τεχνητές αμμοθίνες ώστε να βρει ξανά η περιοχή τη φυσική ομορφιά της.

Μιλήστε μας για το πρότζεκτ Dunes individual beach hotel, το ξενοδοχείο στη Λευκάδα που θα είναι περιτριγυρίζεται από τεχνητούς αμμόλοφους. 

Πρόκειται για ένα ξενοδοχείο που θα χτιστεί στο Νυδρί, μέσα στον αστικό ιστό. Μελετώντας την ιστορία της περιοχής, που ήταν ένα ελώδες οικοσύστημα με πολλές αμμοθίνες, το οποίο μετά το σεισμό του 1953, λόγω της ανεξέλεγκτης δόμησης ουσιαστικά εξαφανίστηκε, χάνοντας έτσι το τοπίο τη φυσική του ταυτότητα. Αυτό που θέλουμε να κάμουμε εμείς είναι να αποκόψουμε αυτό το ξενοδοχείο από το υπόλοιπο Νυδρί, που όπως οι περισσότερες νέες μεταπολεμικές πόλεις στην Ελλάδα είναι χαοτικό. Έτσι, θα αναδείξουμε την ομορφιά του τοπίου, όπως ήταν πραγματικά πριν η άναρχη δόμηση την εξαφανίσει. Ουσιαστικά οι αμμόλοφοι υπάρχουν ακόμα, αλλά είναι καλυμμένοι. Με αυτό το έργο που θα χτιστεί σε ένα οικόπεδο τεσσάρων στρεμμάτων, φιλοδοξούμε να λειτουργήσουμε όχι ως αρχιτέκτονες, αλλά ως αρχαιολόγοι, φέρνοντας ξανά στην επιφάνεια το κάλλος και τη φυσική ταυτότητα της περιοχής.

Οι αμμοθίνες που θα δημιουργθούν θα είναι το μοναδικό πράγμα που θα χωρίζει τους εσωτερικούς χώρους του ξενοδοχείου από τη θάλασσα.

Άρα θα προστεθούν τεχνητοί αμμόλοφοι στην πορεία από εσάς;
Υπάρχει ένα κομμάτι στην παραλία, αλλά θα συμπληρώσουμε κι εμείς ένα set up από τεχνητές αμμοθίνες.

Ποιες είναι οι αντικειμενικές δυσκολίες του να χτιστεί ένα οικοδόμημα πάνω στην άμμο; 
Τεχνικές δυσκολίες δεν υπάρχουν. Το στοίχημα είναι να επικοινωνήσουμε σωστά στην τοπική κοινωνία την οικολογική σημασία του έργου, που θα έχει μηδενικό ενεργειακό αποτύπωμα και θα βοηθήσει σημαντικά στην αναγέννηση της φυσικής ταυτότητας της περιοχής. Είναι σημαντικό να καταφερουμε να τους πείσουμε ότι είναι για το καλό της περιοχής.

Ο αρχιτέκτονας Γιώργος Μπάτζιος στα γραφεία του στούντιο Georges Batzios Architects.

Ακόμα και η δημοσιότητα που έχει λάβει στο εξωτερικό ήδη η Λευκάδα με αυτό το οικολογικό πρότζεκτ, είναι πολύ σημαντική για την προβολή του νησιού. 
Ναι, ακριβώς. Σε αντίθεση με άλλες περιοχές της Ελλάδας, όπως για παράδειγμα οι Κυκλάδες που είναι άρτιες αρχιτεκτονικά, η Λευκάδα και γενικώς τα Επτάνησα, έχουν μείνει πίσω σε σχέση με αυτό. Ένα οικολογικό ξενοδοχείο όπως αυτό μπορεί να αλλάξει τα πράγματα προς το καλύτερο, αποτελώντας πόλο έλξης στο νησί ενός κοινού με οικολογικές ευαισθησίες.

Νερο και αμμος, σε πισίνες και τεχνητές αμμοθίνες, θα συνομιλούν από τη μία πλευρά με το οικολογικό resort και από την άλλη με τη θάλασσα.

Πώς η οικολογία έχει ανατρέψει όλα τα δεδομένα στη σύγχρονη δόμηση; Βρισκόμαστε εν τω μέσω μιας πραγματικής επανάστασης στην αρχιτεκτονική;
Το θέμα της βιώσιμης ανάπτυξης είναι κάτι πολύ σημαντικό πλέον. Η τεχνολογία έχει προχωρήσει τόσο πολύ σε όλα τα επίπεδα, από την «παθητική» μέχρι την «ενεργητική» εξοικονόμηση παραγωγή ενέργειας, που δεν υπάρχει πλέον καμία δικαιολογία ώστε ένα κτίριο να είναι μην είναι πράσινο. Είναι από τις πιο σημαντικές τομές στην αρχιτεκτονική, έχει αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο εργαζόμαστε οι αρχιτέκτονες. Είναι αδύνατον πια να ξεκινήσεις να σχεδιάζεις ένα κτίριο χωρίς να σκεφτείς εκ των προτέρων πώς αυτό δεν θα επιβαρύνει περαιτέρω το πολύ επιβαρυμένο περιβάλλον.

Ο απόλυτος μινιμαλισμός αφήνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στη φύση σε ένα resort που φιλοδοξεί να έχει μηδενικό ενεργειακό αποτύπωμα.

Πώς βλέπει ένας αρχιτέκτονας διεθνούς εμπειρίας, όπως εσείς, την Αθήνα; Υπάρχει αυτό που λέμε αρχιτεκτονικός πολιτισμός; Πόσο εξοικειωμένοι είμαστε οι Αθηναίοι με το design στην καθημερινή μας ζωή; 
Οι πόλεις σε κάθε πολιτισμό αντικατοπτρίζουν αυτό που είμαστε σαν άνθρωποι. Οι Έλληνες λοιπόν, αν κρίνουμε από την Αθήνα, είμαστε δυναμικοί, λίγο χαοτικοί, έχουμε πολλά θετικά και πολλά αρνητικά και η πόλη μας το αντικατοπτρίζει αυτό. Εμένα μου αρέσει η Αθήνα και θα την εξαιρέσω από την Ευρώπη, θα την έβαζα στη συνομοταξία των μεγάλων αμερικανικών μητροπόλεων, Νέα Υόρκη, Σαν Φρανσίσκο, Ντένβερ, όπου υπάρχει μια σχετική οργάνωση της πόλης αλλά υπάρχει και λίγο αυτή η βρωμιά που βλέπουμε στο ελληνικό πεζοδρόμιο, όλη αυτή η ένταση που υπάρχει στην πόλη. Αυτή όμως η ένταση είναι πολύ σημαντική για την ανάπτυξη της πόλης και των ανθρώπων που ζουν σε αυτή. Μου αρέσει πάρα πολύ που δεν είναι μια αποστειρωμένη πόλη η Αθήνα, όπως η Ζυρίχη και το Παρίσι. Η Αθήνα έχει πολύ ιδιαίτερη ταυτότητα, είναι μοναδική! Πόλη σαν την Αθήνα δεν υπάρχει αλλού στον κόσμο, πόλη σαν τη Ζυρίχη όμως υπάρχει, πχ η Λοζάνη.

Φωτορεαλιστική άποψη από το λόμπι του ξενοδοχείου.

Πώς θα μπορούσε η αρχιτεκτονική εκτός από το να αλλάξει την όψη των σύγχρονων πόλεων, να τις μετασχηματίσει οικολογικά; Εκτός από τα μεγάλα έργα, πώς θα μπορούσε να το κάνει για την πλειοψηφία των υπαρχόντων απρόσωπων κτιρίων της; 
Αυτό, κυρίως, είναι θέμα πολιτικής βούλησης. Το πώς δηλαδή προκρίνουμε τους εκάστοτε επενδυτές ή τι κίνητρα δίνουμε στους ιδιώτες ώστε να πάρουν ένα δρόμο περισσότερο οικολογικό. Για παράδειγμα ένας νέος νόμος που εφαρμόστηκε τον περασμένο Ιούλιο προσφέρει σε ένα κτίριο ύψος, αρκεί να κατασκευαστεί σε αυτό πράσινη στέγη. Ο οικολογικός πολιτισμός έχει ακόμα δρόμο μπροστά του, θέλει μεγάλη προσπάθεια για να αλλάξουν τα πράγματα.

Θα δούμε στο μέλλον τη ριζική οικολογική αναγέννηση ολόκληρων πόλεων; Είναι εφικτό; 
Θέλει πολύ χρόνο για να συμβεί αυτό. Δεν νομίζω στη δική μας γενιά να το δούμε αυτό. Η Κοπεγχάγη για παράδειγμα που έχει αναπτύξει πολύ τις στρατηγικές βιώσιμης ανάπτυξης, έχει μπει σε αυτή τη διαδικασία εδώ και έναν αιώνα. Εμείς τώρα ξεκινάμε να συζητάμε γι΄ αυτά. Ως κοινωνία είμαστε πλέον σε διαρκή σύνδεση λόγω των κοινωνικών δικτύων και του Internet, δεν έχουμε πια τη δικαιολογία ότι δεν ξέρουμε προς ποια κατεύθυνση να κινηθούμε. Είμαστε γυμνοί πλέον μπροστά στην αλλαγή.

Ο Γιώργος Μπάτζιος εργάστηκε πολλά χρόνια στην ομάδα του Ζαν Νουβέλ επιβλέποντας μεγάλα έργα όπως ο MoMA Tower στη Νέα Υόρκη.

Η πανδημία αλλάζει σταδιακά τα πάντα σε πολλούς τομείς. Τι ρόλο θα παίξει στην αλλαγή της αρχιτεκτονικής αισθητικής και κουλτούρας;
Είναι μια μεγάλη ευκαιρία ώστε να αλλάξουν κάποιοι σημαντικοί στόχοι σε κάθε τομέα: από τα ξενοδοχεία μέχρι τα γραφεία. Ωστόσο, από ό,τι βλέπω στην αγορά, δεν έχει αλλάξει ουσιαστικά κάτι. Το βλέπουμε όχι σαν ευκαιρία, αλλά ως παρένθεση. Είναι όπως όταν κάνεις τσεκάπ και αλλάζεις για λίγο διατροφή επειδή σου βρίσκουν κάποιους δείκτες μη φυσιολογικούς και όταν επανέλθουν επιστρέφεις στις κακές συνήθειες. Έτσι κι εμείς αντιμετωπίζουμε την πανδημία όχι ως ευκαιρία να αλλάξουμε ριζικά τον τρόπο ζωής μας προς ένα πιο βιώσιμο πρότυπο.

Ποια είναι τα στοιχεία που πρέπει να αξιοποιήσει η Αθήνα και γενικότερα η Ελλάδα ώστε να ξεχωρίσει αρχιτεκτονικά διεθνώς; Ποια είναι η χρυσή μας ευκαιρία;
Πρώτον να διατηρήσει τα αρχιτεκτονικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν την ταυτότητα και την ιστορία της. Προσωπικά, γι αυτό δουλεύω πολύ με υφιστάμενα κτίρια που είναι ένα κομμάτι της ιστορίας της Αθήνας. Δεύτερον να εκμεταλλευθεί το πολύ ξεκάθαρο πολεοδομικό σχέδιο που έχει. Αν δείτε την Αθήνα από ψηλά θυμίζει μια γερμανική πόλη. Άλλωστε, ο πολεοδομικός σχεδιασμός της Αθήνας εχει γίνει από Γερμανό πολεοδόμο. Ένα καλό παράδειγμα για την πόλη μας θα ήταν η Βαρκελώνη, η οποία επίσης έχει ξεκάθαρο πολεοδομικό σχέδιο και έχει αναπτυχθεί με βάση μια στρατηγική που στόχο έχει να αναδείξει τις πολιτιστικές της ιδιαιτερότητες.

Η φουτουριστική Φιλαρμονική στο Παρίσι από τον Ζαν Νουβελ, ένα ακόμα θρυλικό έργο για το οποίο εργάστηκε ο Γιώργος Μπάτζιος.

Αν φτιαχνόταν σήμερα ο Παρθενώνας, πώς θα ήταν αυτός; Θα μπορούσε ένα σύγχρονο κτίριο να αντέξει ως σύμβολο πολιτισμού τόσους πολλούς αιώνες;
Θα κάνω μία αναφορά σε μία ταινία του Κάμερον που είδα με την κόρη μου πρόσφατα, το Avatar: ο νέος Παρθενώνας σήμερα θα ήταν ένα τεράστιο δέντρο. Αυτό θα συμβόλιζε ότι η πόλη έχει ανάγκη τη φύση σε κάθε επίπεδο, και από οικονομικής και από πολιτιστικής πλευράς. Πρέπει να μπει η φύση σε πρώτο πλάνο. Η θεωρία της μνημειακής αρχιτεκτονικής, όπως ο Παρθενώνας ή το Mουσείο της Ακρόπολης, είναι πεπερασμένη πλέον. Εκτιμώ πολύ τον Bernard Tschumi, αλλά το μουσείο της Ακρόπολης ως κτίριο είναι αυτοαναφορικό, ενώ το κτίριο του Renzo Piano στην Καλλιθέα βάζει μπροστά μια κοινωνική συγκυρία, συνομιλώντας περισσότερο με την εποχή του. Η εποχή της μνημειακής αρχιτεκτονικής, έχει πλέον περάσει. Όχι άλλοι Παρθενώνες.

Ποιες είναι οι επιρροές σας ως δημιουργού και από πού αντλείτε την έμπνευσή σας;
Δούλεψα πολλά χρόνια στο Παρίσι με τον Ζαν Νουβέλ. Πήρα πολλά πράγματα από εκείνον. Το πιο βασικό είναι ότι κάθε κτίριο, σε κάθε περιοχή, είναι κάτι διαφορετικό. Αν δείτε έργα μας, για παράδειγμα, άλλη φορά θυμίζουν Ζάχα Χαντίντ, άλλη φορά θυμίζουν Τομπάζη. Δεν ακολουθούν όλα έναν συγκεκριμένο στυλ, μια αισθητική γραμμή. Η βασική μου αναφορά είναι οι αρχές του κοντεξουαλισμού σύμφωνα με τον οποίο οι αρχιτέκτονες επεμβαίνουμε σε μια περιοχή όχι για να επιβάλουμε μέσα από ένα κτίριο τη δική μας αισθητική ταυτότητα, αλλά δημιουργούμε κτίρια που αναδεικνύουν τη μοναδική ταυτότητα του κάθε τόπου.

Ο αρχιτέκτονας Γιώργος Μπάτζιος μετά από μεγάλη θητεία σε διεθνή αρχιτεκτονικά γραφεία επέστρεψε στην Ελλάδα ιδρύοντας το δικό του στούντιο Georges Batzios Architects.

Άρα μιλάμε για μία αρχιτεκτονική που είναι χαμαιλέοντας. Δεν επιβάλλεται ένα κτίριο σε μια περιοχή, αλλά ενσωματώνεται πλήρως σε αυτή υιοθετώντας στοιχεία του χαρακτήρα της;
Ναι, ακριβώς. Ο αρχιτέκτονας δεν φέρνει ένα μνημειώδες κτίριο σε μια περιοχή για να φανεί ο ίδιος και η αισθητική του. Η αρχιτεκτονική πρέπει να κρύβεται, να εφαρμόζεται πλήρως στα χαρακτηριστικά μιας περιοχής. Όχι στα επιφανειακά χαρακτηριστικά του τόπου, αλλά στην ουσία του, στην ιστορία του. Δηλαδή ως αρχιτέκτονες βλέπουμε κάτι σε μια περιοχή που είναι αρχικά αφανές για τους πιο πολλούς και αυτό το αναδεικνύουμε ως βασικό στοιχείο της περιοχής. Αυτό που κάνουμε δηλαδή με το ξενοδοχείο στη Λευκάδα. Στο Mουσείο του Λούβρου στο Άμπου Ντάμπι, όπου δούλεψα με τις Ζαν Νουβέλ, το βασικό αυτό στοιχείο ήταν μια τεχνική που χρησιμοποιούσαν οι ψαράδες της περιοχής για να σκιάσουν τις καλύβες στα ψαροχώρια τους. Αυτό το πολιτισμικό στοιχείο της περιοχής είχε χαθεί και επανήλθε μέσα από το εντυπωσιακό στέγαστρο ενός μεγαλειώδους μουσείου.

Το Μουσείο του Λούβρου στο Άμπου Ντάμπι, έργο για το οποίο ο Γιώργος Μπάτζιος εργάστηκε στο πλευρό του θρυλικού αρχιτέκτονα Ζαν Νουβέλ.

Πώς αποφασίσατε να γίνετε αρχιτέκτονας; Μπορούσατε να φανταστείτε όταν ξεκινούσατε ότι θα βρισκόσασταν στα γραφεία των Ζαν Νουβέλ και Τσίπερφιλντ δουλεύοντας σε συγκλονιστικά διεθνή έργα όπως ο Πύργος του ΜoMa, η Φιλαρμονική του Παρισιού, το Μουσείο του Λούβρου στο Άμπου Ντάμπι; 
Όχι. Ουσιαστικά έγινα αρχιτέκτονας κατά τύχη. Ήμουν καλός στο σχέδιο, αλλά πήγα στο Παρίσι λίγο χαμένος, ψάχνοντας τι θέλω να κάνω. Ακολούθησα μία φίλη μου που σπούδαζε αρχιτεκτονική και ανακάλυψα ότι μου άρεσε πολύ.

Τι θα θέλατε να μείνει από το έργο, την οπτική και τη φιλοσοφία σας; 
Η ελευθερία. Η ελευθερία που σου παρέχει το να μην ακολουθείς σε κάθε έργο σου το ίδιο στυλ.

Πηγή: iefimerida.gr

Από xiromeropress