katoyna-2
Η Μεδεών ή Μεδίων ήταν οχυρή πόλη της Ακαρνανίας και μια από τις αρχαιότερες πόλεις της Ακαρνανίας. Ήταν χτισμένη πάνω σε δύο λόφους (σ’ έναν από αυτούς είναι χτισμένος σήμερα ο Προφήτης Ηλίας) και εκτείνονταν σε ακτίνα περίπου δύο χιλιομέτρων. Από τα υπάρχοντα στοιχεία πιστεύουμε κτίσθηκε λίγο πριν από την Τρωική εκστρατεία ή κατά τη διάρκειά της. Ήταν ιδιαίτερα γνωστή από τον 6ο π.Χ. αιώνα Στην αρχαία ελληνική γλώσσα το μεδέων (-ούσα, -ον) είναι μετοχή του ρήματος μεδέω (μέδω) με σημασίες.
1) Άρχω, βασιλεύω, κυβερνώ. 2) προνοώ, φροντίζω για κάτι, ενθυμούμε, 3) επινοώ, σχεδιάζω. Το θηλυκό της μετοχής Μεδεούσα σημαίνει την άρχουσα, την προστάτιδα. Κατά το αγγλικό λεξικό της ελληνικής αρχαιολογίας πρέπει να γράφεται «Μεδοιών» από το ρήμα «μεδοιωνίζω» που σημαίνει κυριαρχώ, κυβερνώ, προστατεύω, αλλά και με -ε το ρήμα μέδω έχει την ίδια σημασία, δηλαδή άρχω, κυβερνώ, βασιλεύω και προστατεύω.
Σε όλη τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου η Μεδεών ήταν σύμμαχος των Αθηναίων και έλαβε μέρος σε πολεμικές επιχειρήσεις, ενώ δέχτηκε και πολλές επιθέσεις. Οι κάτοικοι της Μεδεώνος βρίσκονταν σε διαρκή πόλεμο, όπως και όλοι οι κάτοικοι των Ακαρνανικών πόλεων με τους Αιτωλούς. Περίπου το 350-300 π.Χ. η Μεδιώνα κόβει δικά της νομίσματα και συμμετέχει στο Κοινό των Ακαρνάνων. Η πόλη παράκμασε τα επόμενα χρόνια και πιθανόν ερημώθηκε με την ίδρυση της Νικόπολης, όπως και πολλές Ακαρνανικές πόλεις, αφού οι κάτοικοί τους εποίκησαν με τη βία τη νέα πόλη.
Από τη Μεδεών εισήχθηκαν στο Μουσείο Αγρινίου δύο χάλκινοι δάκτυλοι, εκ των οποίων ο ένας φέρει στη συναφή σφενδόνη γραμμική διακόσμηση από πολλά τεθλασμένα σχήματα (αριθμ. 122), ο δεύτερος διακόσμηση από πλαστικό μηνίσκο (αριθμ132). Υπάρχει ακόμα απότμημα χάλκινου ποδιού σκεύους υπό τη μορφή κεφαλής μακρόλαιμου γρύπα δράκοντα λεοντόποδα μήκους 0,125μ. (αριθμ. 133).
Την πρώτη αναφορά για την Κατούνα την έχουμε το 1521, και περιλαμβάνεται σε τούρκικο απογραφικό κατάλογο. Το 1642 ήταν οικισμός με 6 μόλις οικογένειες και ονομαζόταν και Μπόικος. Κατά τον Pouquevill στις αρχές του 1800 είχε 130 οικογένειες. Ο Άγγλος περιηγητής W. M. Leake σε μυστική αποστολή επισκέφθηκε την Ελλάδα από το 1804-1810. Στις 17 Μαρτίου 1807 πέρασε και από την Κατούνα και όπως περιγράφει, από τα 110 σπίτια τα 70 είχαν εγκαταλειφθεί, γιατί οι νοικοκυραίοι δε μπορούσαν πια να τρέφουν τους Αλβανούς που περνούσαν.
Διαφορετικές, αλλά παραπλήσιες ερμηνείες υπάρχουν γύρω από το όνομα της Κατούνας. Η λέξη Κατούνα σημαίνει σκηνή, τέντα. Επίσης το ρήμα κατουνεύω σημαίνει κατασκηνώνω. Στα σλαβικά σημαίνει Κάστρο. Οι Βυζαντινοί ονόμαζαν έτσι το περιχαρακωμένο στρατόπεδο. Με τον όρο «κατούνα», εννοούμε μικρό οικογενειακό οικισμό από ένα ή περισσότερα σπίτια ή καλύβες. Σε πρώτο στάδιο οι κατούνες ήταν κτηνοτροφικές, ενώ αργότερα εξελίσσονται σε γεωργοκτηνοτροφικές ομάδες και αποτελούν ένα προστάδιο της οργανωμένης κοινότητας, καθώς απαρτίζονται από περισσότερες οικογένειες.
Πριν δημιουργηθεί η σημερινή Κατούνα υπήρχαν οι συνοικισμοί γύρω-γύρω από αυτήν, όπως το Μπόικο (Αγία Παρασκευή), ο Αγίος Προκόπιος, ο Σωτήρας, οι Παλαιονικολάδες, το Σπανοχώρι, το Κατσώνι, το Παληόκαστρο, το Χαλκηρό, το Παλιοχώρι κ.α. Εκεί κατοικούσαν οι πρώτες οικογένειες που ενώθηκαν και αποτέλεσαν αυτή την όμορφη κωμόπολη του ορεινού κεντρικού Ξηρομέρου.
Στα χρόνια του Αλή Πασά έγιναν φοβερές καταστροφές σε όλο το Ξηρόμερο. Σύμφωνα και με το Leake, ο Μαχαλάς, η Κατούνα, η Ζάβιτσα, τα Δραγαμέστο (ή Τραγαμέστι), η Κατοχή και η Σταμνά έπεσαν τώρα σε άσημα χωριά, ενώ ήταν ανθηρές κωμοπόλεις στον καιρό του Κούρτ πασά. Η Κατούνα ήταν η πλουσιότερη και η πιο εξευγενισμένη. Πολλές οικογένειες από τα χωριά του Ξηρομέρου αναγκάστηκαν και μετανάστευσαν στα νησιά, τα οποία κατείχαν ευρωπαϊκές δυνάμεις (Γαλλία, Ρωσία, Αγγλία). Χαρακτηριστικό της αγριότητας και της δολιότητας του Αλή, ήταν η δολοφονία του Μήτσου Μαυρομμάτη στη Λευκάδα από ανθρώπους του. Μάλιστα ύστερα από λίγο ο Αλής ήρθε στην Κατούνα και έμεινε στο σπίτι του γιου του Μαυρομμάτη.
Η Επανάσταση του 1821
Στην Αγία Δευτέρα Κατούνας έγινε η επίσημη κήρυξη της Επανάστασης στη Δυτική Ελλάδα, στις 6 Μαΐου 1821, από τον οπλαρχηγό του Ξηρομέρου Γιώργο Βαρνακιώτη παρουσία προεστών και αγωνιστών της περιοχής. Η επαναστατική διακήρυξη του Βαρνακιώτη γράφτηκε εκεί, όπως και η επίσημη ανάθεση της αρχιστρατηγίας στο Βαρνακιώτη από τους προεστούς του Ξηρομέρου, Μαυρομμάτη, Γαλάνη, Φαράντο, Μπαμπινιώτη κ.α. Οι Επαναστάτες χτύπησαν τους Τούρκους της Κατούνας και τους έδιωξαν. Στη μάχη αυτή έπεσαν και οι δύο πρώτοι Έλληνες αγωνιστές. Με την έναρξη των επιχειρήσεων στη Βόνιτσα πολλοί Κατουνιώτες υπό τον Επαμεινώνδα Μαυρομάτη έτρεξαν και πολέμησαν εκεί. Από την Κατούνα πέρασαν πολλοί οπλαρχηγοί όπως ο Καραϊσκάκης, ο Μπότσαρης κ.α. ενώ πριν την Επανάσταση κατέβαινε συχνά ο ξακουστός κλέφτης των Αγράφων Αντώνης Κατσαντώνης. Η Κατούνα είναι η γενέτειρα πολλών σπουδαίων οικογενειών, όπως των Μαυροματαίων, Τζιτζωναίων, Στουπαίων κ.α.
Στην αρχή της Επανάστασης το χωριό πρόσφερε στον Αγώνα 5.000 γρόσια, ποσό από τα μεγαλύτερα των χωριών του Ξηρομέρου. Τον Αύγουστο του 1822 ο Καραϊσκάκης έφτασε στην Κατούνα, έδωσε μάχη με τους Τούρκους που ήταν εκεί, και τους έτρεψε σε φυγή.
Μετά την ήττα στο Πέτα το 1822 ο Βαρνακιώτης πέρασε από το Μακρυνόρος στην Κατούνα, όπου έγραψε σε όλη την επαρχία να συναχθούν οι άντρες για ν’ αντιμετωπίσουν τον Κιουταχή. Στο Λουτράκι Κατούνας έστειλε 100 Ξηρομερίτες, αυτοί, βλέποντας ότι οι Τούρκοι είχαν πιάσει την ακροθαλασσιά, γύρισαν πίσω. Αργότερα οι Τούρκοι έκαψαν την Κατούνα και την Παπαδάτου. Από την Κατούνα πήραν σιτάρι, κριθάρι και σταφύλια για την τροφοδοσία τους.
Άνδρες από το Ξηρόμερο υπό τους Θ. Γρίβα και Γ. Βαρνακιώτη, λίγο αργότερα, πέτυχαν σημαντική νίκη εναντίον του Κιουταχή στην περίφημη Μάχη του Αετού στις 10 Αυγούστου 1822. Η επιτυχία αυτή ήταν πολύ σημαντική, γιατί ήρθε μετά την ήττα των Ελλήνων στο Πέτα και ανύψωσε το ηθικό των ανδρών και έσωσε τα γυναικόπαιδα, που οι Άγγλοι είχαν διώξει από τον Κάλαμο. Επίσης αναχαίτισαν την τουρκική προέλαση προς το Μεσολόγγι.
Το 1823 κατά την επιδρομή του Ομέρ Βρυώνη οι Κατουνιώτες, όπως και όλοι σχεδόν οι Ξηρομερίτες κατέφυγαν στο νησί του Λεσινίου, όπου υπάρχει και το τοπωνύμιο Κατουνιώτικα. Όλα αυτά τα δύσκολα για τον ελληνισμό χρόνια, πολλοί ήταν οι πρόσφυγες από το Συρράκο, τους Καλαρύτες και την περιοχή της Άρτας, που βρήκαν καταφύγιο στην Κατούνα.
Μετά την Επανάσταση του 1821 η Κατούνα έγινε έδρα του Δήμου Εχίνου που συστάθηκε το 1836 και έμεινε έως το 1912, όταν με Βασιλικό Διάταγμα διαλύθηκαν οι δήμοι και δημιουργήθηκαν αυτόνομες κοινότητες. Την ονομασία Εχίνος ο Δήμος πήρε από την αρχαία πόλη Εχίνος, η οποία πίστευαν τότε ότι βρισκόταν στην περιοχή της Κατούνας. Σύμφωνα με τον Ξενοφώντα, ο Εχίνος ήταν πόλη στο εσωτερικό της Ακαρνανίας, που απείχε πιθανώς μία ώρα από την πόλη Θύρρειο. Το 1840 ο Δήμος Εχίνου περιλάμβανε τα εξής χωριά: Κατούνα, Τρύφου, Αλευρά, Βούστρι, Αχυρά, Κομποτή, Αετός, Γαρδί, Κωνωπίνα, Παπαδάτου, Μαχαλάς και Μπαμπίνη. Το 1837 δήμαρχος ήταν ο Ι. Μαυρομμάτης. Το 1840 ο Δήμος είχε πληθυσμό 3.901 κατ. και το 1851 είχε 4.043 κατοίκους.
ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΚΑΤΟΥΝΑΣ

Από xiromeropress

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *