Σπάνια συναντάς άνθρωπο να είναι τόσο δεμένος με το φυσικό περιβάλλον. Να έχει γίνει ένα μ” αυτό, να του έχει δοθεί ολοκληρωτικά. Να μην μπορείς να τον ξεχωρίσεις απ’ το φυσικό τοπίο. Να μπορεί να το αναλύσει εκ βαθέων λόγω των αναπτυγμένων του ενστίκτων που οι περισσότεροι έχουμε χάσει εξαρτημένοι απ’ το σύγχρονο τρόπο ζωής, με φραγμένες αισθήσεις και ομιχλώδεις παραισθήσεις.



Ο Νίκος Νικολαΐδης ζει σε θρακιώτικη γη, σε ένα μικρό χωριό των Σαπών, στο Χαμηλό. Είναι ένας μεσήλικας αυτάρκης βοσκός με νου οξυδερκή, ντυμένος στην παραλλαγή, με ρυτίδες έκφρασης που μαρτυρούν σπιθαμή προς σπιθαμή τον σκληροτράχηλο τρόπο ζωής του. Ωστόσο, η κορμοστασιά του είναι αγέρωχη, η γενειάδα του τού προσδίδει την αξεπέραστη σοφία πρότερου άγριου βίου, ενώ ο γλαφυρός τρόπος που θα σου μιλήσει σε κερδίζει με τη μία. Ο Νίκος μοιράζεται ένα δωμάτιο με τη μάνα του, την Αθηνά που είναι 85 χρονών και με τα τριάντα πρόβατά τους. Κυριολεκτικά. Το πλίνθινο σπίτι του είναι η προέκταση του μαντριού τους. Το πάτωμά τους είναι χωμάτινο, με μουσαμάδες για να ζεσταίνουν το χώρο. Είναι ένα ετοιμόρροπο βουλγάρικο κτίσμα του 1913 που έχει χρησιμοποιηθεί ακατάπαυστα για έναν αιώνα. Ο αχυρώνας συνορεύει, επίσης, με το δωμάτιο. Ακόμη και η σιδεριά στο παράθυρο είναι η ίδια η αρχική.
Στο εσωτερικό του σπιτιού δεν υπάρχει καμμία από τις σύγχρονες ανέσεις (ψυγείο, πλυντήριο, τηλεόραση), το σπίτι δεν έχει καν ρεύμα. Φωτίζονται με μια λάμπα πετρελαίου και έναν φακό με μπαταρίες. Μια σόμπα πετρελαίου στο δωμάτιο είναι η μόνη πηγή ζέστης το χειμώνα αλλά και το μόνο μέσο για να φτιάχνουν φαγητό όταν το κρύο έξω είναι τσουχτερό. Όταν ο καιρός καλυτερεύει, χρησιμοποιούν μια άλλη σόμπα που βρίσκεται στον εξωτερικό χώρο. Κάποιες παλιές αλουμινένιες κατσαρόλες και μπακίρια είναι τα μαγειρικά σκεύη. Η καθημερινότητά τους δεν έχει καμία σχέση με αυτή που βιώνουν τα σύγχρονα ελληνικά σπίτια και δεν έχουν αισθανθεί καθόλου την συνεχείς αλλαγές λόγω κρίσης. Σίγουρα είναι πιο περήφανοι. Ίσως να είναι και πιο ευτυχισμένοι. Όλα τριγύρω είναι βγαλμένα από μια άλλη εποχή. Ευτυχώς, υπάρχει νερό και άρα μια βασική ανάγκη είναι εξασφαλισμένη. Και για το πλυσταριό, η παμπάλαια σκάφη την κάνει τη δουλειά της όποτε κριθεί αναγκαίο.







Πηγή: www.lifo.gr

Από xiromeropress

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *