Απάντηση στους επικριτές της και τους λασπολόγους του Δημάρχου Αποστολάκη Γεώργιου και της Δημοτικής του ομάδας έδωσε η  υψηλή θέση του Δήμου Ακτίου Βόνιτσας  στη βαθμολόγηση των δήμων της Ελλάδας  σε οικονομική διαχείριση και αποτελεσματικότητα

Παρουσίασε την Κυριακή 20 Ιανουαρίου το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών – Μάρκος Δραγούμης (ΚΕΦίΜ) τον νεοσύστατο Ελληνικό Δείκτη Αποτελεσματικότητας των Δήμων, στην πρώτη εκδήλωση για το 2019.

Η παρουσίαση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του Φόρουμ Δήμοι και Επιχειρηματικότητα του Eurasian Money Show Athens.
Οι δήμοι της Αιτωλοακαρνανίας
Υψηλή θέση στη συνολική βαθμολόγηση των δήμων στον Δείκτη Αποτελεσματικότητας του ΚΕΦίΜ καταγράφεται για τους δήμους Αγρινίου και Ακτίου – Βόνιτσας το 2017Υψηλή θέση και στην βαθμολογία για την οικονομική διαχείριση για τον Δήμο Ακτίου Βόνιτσας.
Υψηλή βαθμολόγηση και για τον Δήμο Θέρμου σχετικά με το κόστος λειτουργίας του δήμου ανά κάτοικο στην κατηγορία των μικρών ορεινών δήμων.
Να σημειωθεί πως χαμηλότερη είναι η η συνολική βαθμολογία του δήμου Αγρινίου σε σχέση με το 2015 και το 2016.
Συνολική Κατάταξη (0-100 μονάδες)
 
Οι δέκα μεικτοί δήμοι της χώρας με τις καλύτερες επιδόσεις, στην κατηγορία των μεικτών δήμων όπου βρίσκονται αυτοί του Αγρινίου και του Ακτίου – Βόνιτσας, ως προς τη συνολική τους αποτελεσματικότητα για το έτος 2017 όπως αναδείχθηκαν από τη μελέτη είναι οι ακόλουθοι:

Α. Οικονομική διαχείριση (0-70 μονάδες)
Για τον υπολογισμό της επίδοσης αξιοποιήθηκαν τα δεδομένα των προϋπολογισμών και απολογισμών των δήμων.
Ως προς τα δημοτικά έσοδα, αξιοποιούνται τα στοιχεία που αφορούν τα ανταποδοτικά τέλη για ηλεκτροφωτισμό και καθαριότητα, για τον καθορισμό των οποίων οι δήμοι έχουν ουσιαστικές αρμοδιότητες. Οι κύριες μεταβιβαστικές πληρωμές, όπως για παράδειγμα τα προνοιακά επιδόματα, για τις οποίες ο ρόλος των δήμων περιορίζεται στο να αποδίδουν τα σχετικά ποσά προς τους δικαιούχους για λογαριασμό της κεντρικής διοίκησης, μολονότι εμφανίζονται στους δημοτικούς προϋπολογισμούς δεν λαμβάνονται υπόψη για τις ανάγκες της μελέτης.
Οι δέκα δήμοι με τις καλύτερες επιδόσεις στο πεδίο της οικονομικής διαχείρισης, στην κατηγορία των μεικτών, είναι οι εξής:

Κόστος λειτουργίας του δήμου ανά κάτοικο (10 βαθμοί)
Αφορά το ετήσιο κόστος της λειτουργίας του δήμου ανά κάτοικο.
Οι δέκα δήμοι με τις μικρότερες δαπάνες ανά κάτοικο είναι οι παρακάτω:
Τι είναι ο Δείκτης Αποτελεσματικότητας των Δήμων;
Ο Δείκτης Αποτελεσματικότητας των Δήμων που συνέταξε πιλοτικά και παρουσιάζει για πρώτη φορά φέτος το ΚΕΦίΜ «Μάρκος Δραγούμης» αξιολογεί τις δημοτικές αρχές της χώρας βάσει των επιδόσεών τους σε τρία βασικά πεδία: την Οικονομική Διαχείριση, τη Διαφάνεια και Λογοδοσία, και τις Υπηρεσίες προς τους Δημότες.
Ο Δείκτης συντάχθηκε βάσει του αντίστοιχου λιθουανικού (Lithuanian Municipal Performance Index) ο οποίος δημοσιεύεται σε ετήσια βάση από το Lithuanian Free Market Institute και αποτελεί κεντρικό σημείο αναφοράς για την αποτελεσματικότητα των δημοτικών αρχών στη χώρα.
Στόχος του Δείκτη είναι ο εντοπισμός των βέλτιστων πρακτικών και η ανάδειξη των θετικών παραδειγμάτων εκείνων των δημοτικών αρχών που έχουν καταφέρει να αξιοποιούν αποτελεσματικά τους διαθέσιμους σ’ αυτές πόρους εν μέσω των αυστηρών γραφειοκρατικών περιορισμών του ισχύοντος ρυθμιστικού πλαισίου. Φιλοδοξία μας είναι ο Δείκτης, εμπλουτιζόμενος κάθε φορά με νέα δεδομένα και πτυχές της λειτουργίας της τοπικής αυτοδιοίκησης, να λειτουργήσει ως αφορμή άμιλλας μεταξύ των δήμων και να αποτελέσει χρήσιμο εργαλείο αξιολόγησης των δημοτικών αρχών για τους πολίτες, με απαρχή τις επικείμενες αυτοδιοικητικές εκλογές που θα διεξαχθούν τον Μάιο του 2019.
Από το σύνολο των 325 δήμων της χώρας, δεν συμπεριλαμβάνονται στην μελέτη λόγω μη διαθεσιμότητας στοιχείων οι Δήμοι Βιάννου, Βόρειων Τζουμέρκων, Γαύδου, Νικολάου Σκουφά και Σφακίων.
Η τοπική αυτοδιοίκηση στην Ελλάδα σήμερα
Ο βαθμός διοικητικής και οικονομικής αυτονομίας των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης στη χώρα μας είναι μάλλον περιορισμένος, καθώς οι αιρετοί αξιωματούχοι και οι διοικήσεις συχνά πρέπει να κινηθούν μέσα σε έναν λαβύρινθο γραφειοκρατίας και πολυνομίας. Ιδιαίτερα μάλιστα κατά την περίοδο της κρίσης ο έλεγχος των δήμων από την κεντρική διοίκηση έγινε ακόμη περισσότερο ασφυκτικός.
Σε ό,τι αφορά το πεδίο των οικονομικών των δήμων, το μέγεθος της εξάρτησης από το κεντρικό κράτος καταδεικνύεται από το γεγονός ότι τουλάχιστον το ένα τρίτο των δημοτικών εσόδων προέρχεται από απευθείας κρατική επιχορήγηση, ενώ περίπου ένα ακόμη τρίτο αφορά έμμεσους φόρους που επιβάλλονται τοπικά, των οποίων όμως το ύψος καθορίζεται από το κεντρικό κράτος.
Οι δήμοι είναι ελεύθεροι να καθορίζουν το ύψος μόνο του ανταποδοτικού τέλους που αντιστοιχεί στα κόστη ηλεκτροφωτισμού και υπηρεσιών καθαριότητας.
Σήμερα, ως παράπλευρο αποτέλεσμα της κρίσης, ο έλεγχος νομιμότητας που ασκεί το κεντρικό κράτος έχει πλέον επεκταθεί ώστε να καλύπτει μέχρι και την κατάρτιση των ετήσιων δημοτικών προϋπολογισμών.
Χαρακτηριστικός είναι ο ρόλος που διαδραματίζει στην καθημερινή λειτουργία των δήμων το Ελεγκτικό Συνέδριο και οι Επίτροποί του, οι οποίοι ελέγχουν εκ των προτέρων τις δημοτικές δαπάνες. Αυτή η διαδικασία δημιουργεί μια σειρά από προβλήματα, όπως για παράδειγμα σε ό,τι αφορά τις εξωτερικές αναθέσεις: Το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά κανόνα απορρίπτει κάθε προσπάθεια εξωτερικής ανάθεσης κάποιας υπηρεσίας η οποία θεωρητικά θα μπορούσε να παρασχεθεί από το υπάρχον προσωπικό του δήμου (ή από το προσωπικό που προβλέπεται στο οργανόγραμμά του), γεγονός που αφαιρεί από τους δήμους ένα πολύτιμο εργαλείο για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και την μείωση του λειτουργικού τους κόστους.
Σε ό,τι αφορά το καθαρά διοικητικό μέρος, η κεντρική διοίκηση επέβαλε οριζόντιο πάγωμα των προσλήψεων στην τοπική αυτοδιοίκηση από το 2010 κατ’ εφαρμογή των μνημονιακών όρων.
Η εξέλιξη αυτή, σε συνδυασμό με το καθεστώς μονιμότητας που ισχύει στην πράξη για όλο τον δημόσιο τομέα, αφαιρεί από τους δήμους κάθε ουσιαστική δυνατότητα διαχείρισης του προσωπικού τους.
Ακόμη και η μεταρρύθμιση του προγράμματος Καλλικράτης (Ν. 3852/2010) απέδωσε μεν βελτίωση της οικονομικής αποδοτικότητας και της διαφάνειας των δήμων, όμως ταυτόχρονα δημιούργησε ζητήματα υπερβολικής και χρονοβόρας γραφειοκρατίας. Το δε νέο πρόγραμμα Κλεισθένης ενώ έχει ως διακηρυκτικό στόχο τη θεραπεία των ατελειών του Καλλικράτη, μάλλον διαιωνίζει τα υφιστάμενα προβλήματα και δημιουργεί νέα, όπως ήδη προοιωνίζονται οι προβλέψεις για εφαρμογή της απλής αναλογικής ή για την κατάργηση του Συμπαραστάτη του Δημότη και της Επιχείρησης.
Σε κάθε περίπτωση, η παρούσα μελέτη αναγνωρίζει ως στόχο μια τοπική αυτοδιοίκηση αυτόνομη οικονομικά και διοικητικά, με ουσιαστικές αρμοδιότητες προς όφελος των δημοτών και κατοίκων, απαγκιστρωμένη από τα ασφυκτικά πλαίσια του κρατικού προϋπολογισμού και της κεντρικής γραφειοκρατίας, ικανή να καταρτίσει και να εφαρμόσει μια πραγματική οικονομική πολιτική βάσει των αναγκών του κάθε δήμου, με αυξημένη διαφάνεια και λογοδοσία.
Μεθοδολογία
Δεδομένου του ότι οι δήμοι στην Ελλάδα δεν έχουν ουσιαστικές αρμοδιότητες σε ό,τι αφορά τα έσοδα, τις προσλήψεις και τις απολύσεις προσωπικού, ενώ παράλληλα είναι εξαιρετικά δύσκολο να καταφύγουν σε υπηρεσίες εξωτερικής ανάθεσης, η αποτελεσματικότητα τους μπορεί να κριθεί κυρίως από τον βαθμό της αποτελεσματικής διαχείρισης των ανθρώπινων και υλικών τους πόρων, καθώς και από την ποιότητα και το εύρος των υπηρεσιών που προσφέρουν στους δημότες.
Για τις ανάγκες αυτής της πρώτης πιλοτικής έκδοσης του ελληνικού Δείκτη Αποτελεσματικότητας των Δήμων συγκεντρώθηκαν και αναλύθηκαν δεδομένα από κεντρικές επίσημες πηγές ή από τα στοιχεία που οι δήμοι υποχρεούνται από τον νόμο να δημοσιοποιούν. Ως κύρια πηγή επελέγησαν τα δεδομένα που παρασχέθηκαν κεντρικά από το υπουργείο Εσωτερικών, ενώ οι δημοσιεύσεις στη Διαύγεια και τις ιστοσελίδες των δήμων αξιοποιήθηκαν κυρίως για έλεγχο και επαλήθευση.
Τα δεδομένα ταξινομήθηκαν σε τρία βασικά πεδία:
− Στο πεδίο της οικονομικής διαχείρισης, που αφορά τον βαθμό αποτελεσματικής αξιοποίησης των διαθέσιμων σε κάθε δήμο πόρων·
− Στο πεδίο της διαφάνειας και λογοδοσίας, και
− Στο πεδίο των παρεχόμενων δημοτικών υπηρεσιών.
Δεδομένου του ότι οι ελληνικοί δήμοι εμφανίζουν μεγάλη ποικιλομορφία ως προς την πυκνότητα, την αστικότητα, και τη γεωγραφική τους θέση – διαφοροποιήσεις που αναγνωρίζονται άλλωστε από την ισχύουσα νομοθεσία και το Σύνταγμα – για τις ανάγκες της μελέτης αυτοί κατατάσσονται σε τέσσερις επιμέρους κατηγορίες:
− Τους μεγάλους αστικούς δήμους, οι οποίοι παρουσιάζουν μεγάλη οικιστική πυκνότητα και σχεδόν το σύνολο της έκτασής τους είναι πολεοδομημένο. Κυρίως εντοπίζονται στο λεκανοπέδιο της Αττικής και πέριξ της Θεσσαλονίκης.
− Τους μεικτούς δήμους, που χαρακτηρίζονται από μεγάλο μέρος μη-δομημένης έκτασης.
Κατ’ εξοχήν πρόκειται για δήμους που έχουν προκύψει από συγχωνεύσεις βάσει του σχεδίου Καλλικράτης και βρίσκονται στην επαρχία.
− Τους μεγάλους ορεινούς και νησιωτικούς δήμους (άνω των 10.000 κατοίκους), και
− Τους μικρούς ορεινούς και νησιωτικούς δήμους (με λιγότερους από 10.000 κατοίκους).
Τα δεδομένα που συλλέχθηκαν για κάθε δήμο συνθέτουν την τελική βαθμολογία του, αφού σταθμιστούν ως εξής: στο πεδίο της οικονομικής διαχείρισης αποδίδεται σχετική βαρύτητα 70 μονάδων, στο πεδίο της διαφάνειας και της λογοδοσίας αποδίδονται 10 μονάδες, και στο πεδίο των παρεχόμενων δημοτικών υπηρεσιών 20 μονάδες.
Ο δήμος με την καλύτερη επίδοση σε κάθε επιμέρους υποπεδίο λαμβάνει και την ανώτατη δυνατή βαθμολογία, ενώ ο δήμος με τη χειρότερη επίδοση βαθμολογείται με μηδέν, ή κατά περίπτωση του αφαιρείται ο μέγιστος προβλεπόμενος αριθμός μονάδων. Οι ενδιάμεσοι δήμοι βαθμολογούνται ανάλογα της σχετικής τους επίδοσης.
Για κάθε υποδείκτη, παρουσιάζεται αρχικά η γενική κατάταξη των δέκα καλύτερων δήμων και στη συνέχεια η αντίστοιχη κατάταξη ανά κατηγορία δήμων.
Ολη η μελέτη στο link που ακολουθεί :
https://www.kefim.org/wp-content/uploads/2019/01/Πιλοτικός-Δείκτης-Αποτελεσματικότητας-Δήμων.pdf

Παρουσίασε την Κυριακή 20 Ιανουαρίου το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών – Μάρκος Δραγούμης (ΚΕΦίΜ) τον νεοσύστατο Ελληνικό Δείκτη Αποτελεσματικότητας των Δήμων, στην πρώτη εκδήλωση για το 2019.
Η παρουσίαση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του Φόρουμ Δήμοι και Επιχειρηματικότητα του Eurasian Money Show Athens.
Οι δήμοι της Αιτωλοακαρνανίας
Υψηλή θέση στη συνολική βαθμολόγηση των δήμων στον Δείκτη Αποτελεσματικότητας του ΚΕΦίΜ καταγράφεται για τους δήμους Αγρινίου και Ακτίου – Βόνιτσας το 2017. Υψηλή θέση και στην βαθμολογία για την οικονομική διαχείριση για τον Δήμο Ακτίου Βόνιτσας.
Υψηλή βαθμολόγηση και για τον Δήμο Θέρμου σχετικά με το κόστος λειτουργίας του δήμου ανά κάτοικο στην κατηγορία των μικρών ορεινών δήμων.
Να σημειωθεί πως χαμηλότερη είναι η η συνολική βαθμολογία του δήμου Αγρινίου σε σχέση με το 2015 και το 2016.
Συνολική Κατάταξη (0-100 μονάδες)
Οι δέκα μεικτοί δήμοι της χώρας με τις καλύτερες επιδόσεις, στην κατηγορία των μεικτών δήμων όπου βρίσκονται αυτοί του Αγρινίου και του Ακτίου – Βόνιτσας, ως προς τη συνολική τους αποτελεσματικότητα για το έτος 2017 όπως αναδείχθηκαν από τη μελέτη είναι οι ακόλουθοι:
Α. Οικονομική διαχείριση (0-70 μονάδες)
Για τον υπολογισμό της επίδοσης αξιοποιήθηκαν τα δεδομένα των προϋπολογισμών και απολογισμών των δήμων.
Ως προς τα δημοτικά έσοδα, αξιοποιούνται τα στοιχεία που αφορούν τα ανταποδοτικά τέλη για ηλεκτροφωτισμό και καθαριότητα, για τον καθορισμό των οποίων οι δήμοι έχουν ουσιαστικές αρμοδιότητες. Οι κύριες μεταβιβαστικές πληρωμές, όπως για παράδειγμα τα προνοιακά επιδόματα, για τις οποίες ο ρόλος των δήμων περιορίζεται στο να αποδίδουν τα σχετικά ποσά προς τους δικαιούχους για λογαριασμό της κεντρικής διοίκησης, μολονότι εμφανίζονται στους δημοτικούς προϋπολογισμούς δεν λαμβάνονται υπόψη για τις ανάγκες της μελέτης.
Οι δέκα δήμοι με τις καλύτερες επιδόσεις στο πεδίο της οικονομικής διαχείρισης, στην κατηγορία των μεικτών, είναι οι εξής:
Κόστος λειτουργίας του δήμου ανά κάτοικο (10 βαθμοί)
Αφορά το ετήσιο κόστος της λειτουργίας του δήμου ανά κάτοικο.
Οι δέκα δήμοι με τις μικρότερες δαπάνες ανά κάτοικο είναι οι παρακάτω:
Τι είναι ο Δείκτης Αποτελεσματικότητας των Δήμων;
Ο Δείκτης Αποτελεσματικότητας των Δήμων που συνέταξε πιλοτικά και παρουσιάζει για πρώτη φορά φέτος το ΚΕΦίΜ «Μάρκος Δραγούμης» αξιολογεί τις δημοτικές αρχές της χώρας βάσει των επιδόσεών τους σε τρία βασικά πεδία: την Οικονομική Διαχείριση, τη Διαφάνεια και Λογοδοσία, και τις Υπηρεσίες προς τους Δημότες.
Ο Δείκτης συντάχθηκε βάσει του αντίστοιχου λιθουανικού (Lithuanian Municipal Performance Index) ο οποίος δημοσιεύεται σε ετήσια βάση από το Lithuanian Free Market Institute και αποτελεί κεντρικό σημείο αναφοράς για την αποτελεσματικότητα των δημοτικών αρχών στη χώρα.
Στόχος του Δείκτη είναι ο εντοπισμός των βέλτιστων πρακτικών και η ανάδειξη των θετικών παραδειγμάτων εκείνων των δημοτικών αρχών που έχουν καταφέρει να αξιοποιούν αποτελεσματικά τους διαθέσιμους σ’ αυτές πόρους εν μέσω των αυστηρών γραφειοκρατικών περιορισμών του ισχύοντος ρυθμιστικού πλαισίου. Φιλοδοξία μας είναι ο Δείκτης, εμπλουτιζόμενος κάθε φορά με νέα δεδομένα και πτυχές της λειτουργίας της τοπικής αυτοδιοίκησης, να λειτουργήσει ως αφορμή άμιλλας μεταξύ των δήμων και να αποτελέσει χρήσιμο εργαλείο αξιολόγησης των δημοτικών αρχών για τους πολίτες, με απαρχή τις επικείμενες αυτοδιοικητικές εκλογές που θα διεξαχθούν τον Μάιο του 2019.
Από το σύνολο των 325 δήμων της χώρας, δεν συμπεριλαμβάνονται στην μελέτη λόγω μη διαθεσιμότητας στοιχείων οι Δήμοι Βιάννου, Βόρειων Τζουμέρκων, Γαύδου, Νικολάου Σκουφά και Σφακίων.
Η τοπική αυτοδιοίκηση στην Ελλάδα σήμερα
Ο βαθμός διοικητικής και οικονομικής αυτονομίας των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης στη χώρα μας είναι μάλλον περιορισμένος, καθώς οι αιρετοί αξιωματούχοι και οι διοικήσεις συχνά πρέπει να κινηθούν μέσα σε έναν λαβύρινθο γραφειοκρατίας και πολυνομίας. Ιδιαίτερα μάλιστα κατά την περίοδο της κρίσης ο έλεγχος των δήμων από την κεντρική διοίκηση έγινε ακόμη περισσότερο ασφυκτικός.
Σε ό,τι αφορά το πεδίο των οικονομικών των δήμων, το μέγεθος της εξάρτησης από το κεντρικό κράτος καταδεικνύεται από το γεγονός ότι τουλάχιστον το ένα τρίτο των δημοτικών εσόδων προέρχεται από απευθείας κρατική επιχορήγηση, ενώ περίπου ένα ακόμη τρίτο αφορά έμμεσους φόρους που επιβάλλονται τοπικά, των οποίων όμως το ύψος καθορίζεται από το κεντρικό κράτος.
Οι δήμοι είναι ελεύθεροι να καθορίζουν το ύψος μόνο του ανταποδοτικού τέλους που αντιστοιχεί στα κόστη ηλεκτροφωτισμού και υπηρεσιών καθαριότητας.
Σήμερα, ως παράπλευρο αποτέλεσμα της κρίσης, ο έλεγχος νομιμότητας που ασκεί το κεντρικό κράτος έχει πλέον επεκταθεί ώστε να καλύπτει μέχρι και την κατάρτιση των ετήσιων δημοτικών προϋπολογισμών.
Χαρακτηριστικός είναι ο ρόλος που διαδραματίζει στην καθημερινή λειτουργία των δήμων το Ελεγκτικό Συνέδριο και οι Επίτροποί του, οι οποίοι ελέγχουν εκ των προτέρων τις δημοτικές δαπάνες. Αυτή η διαδικασία δημιουργεί μια σειρά από προβλήματα, όπως για παράδειγμα σε ό,τι αφορά τις εξωτερικές αναθέσεις: Το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά κανόνα απορρίπτει κάθε προσπάθεια εξωτερικής ανάθεσης κάποιας υπηρεσίας η οποία θεωρητικά θα μπορούσε να παρασχεθεί από το υπάρχον προσωπικό του δήμου (ή από το προσωπικό που προβλέπεται στο οργανόγραμμά του), γεγονός που αφαιρεί από τους δήμους ένα πολύτιμο εργαλείο για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και την μείωση του λειτουργικού τους κόστους.
Σε ό,τι αφορά το καθαρά διοικητικό μέρος, η κεντρική διοίκηση επέβαλε οριζόντιο πάγωμα των προσλήψεων στην τοπική αυτοδιοίκηση από το 2010 κατ’ εφαρμογή των μνημονιακών όρων.
Η εξέλιξη αυτή, σε συνδυασμό με το καθεστώς μονιμότητας που ισχύει στην πράξη για όλο τον δημόσιο τομέα, αφαιρεί από τους δήμους κάθε ουσιαστική δυνατότητα διαχείρισης του προσωπικού τους.
Ακόμη και η μεταρρύθμιση του προγράμματος Καλλικράτης (Ν. 3852/2010) απέδωσε μεν βελτίωση της οικονομικής αποδοτικότητας και της διαφάνειας των δήμων, όμως ταυτόχρονα δημιούργησε ζητήματα υπερβολικής και χρονοβόρας γραφειοκρατίας. Το δε νέο πρόγραμμα Κλεισθένης ενώ έχει ως διακηρυκτικό στόχο τη θεραπεία των ατελειών του Καλλικράτη, μάλλον διαιωνίζει τα υφιστάμενα προβλήματα και δημιουργεί νέα, όπως ήδη προοιωνίζονται οι προβλέψεις για εφαρμογή της απλής αναλογικής ή για την κατάργηση του Συμπαραστάτη του Δημότη και της Επιχείρησης.
Σε κάθε περίπτωση, η παρούσα μελέτη αναγνωρίζει ως στόχο μια τοπική αυτοδιοίκηση αυτόνομη οικονομικά και διοικητικά, με ουσιαστικές αρμοδιότητες προς όφελος των δημοτών και κατοίκων, απαγκιστρωμένη από τα ασφυκτικά πλαίσια του κρατικού προϋπολογισμού και της κεντρικής γραφειοκρατίας, ικανή να καταρτίσει και να εφαρμόσει μια πραγματική οικονομική πολιτική βάσει των αναγκών του κάθε δήμου, με αυξημένη διαφάνεια και λογοδοσία.
Μεθοδολογία
Δεδομένου του ότι οι δήμοι στην Ελλάδα δεν έχουν ουσιαστικές αρμοδιότητες σε ό,τι αφορά τα έσοδα, τις προσλήψεις και τις απολύσεις προσωπικού, ενώ παράλληλα είναι εξαιρετικά δύσκολο να καταφύγουν σε υπηρεσίες εξωτερικής ανάθεσης, η αποτελεσματικότητα τους μπορεί να κριθεί κυρίως από τον βαθμό της αποτελεσματικής διαχείρισης των ανθρώπινων και υλικών τους πόρων, καθώς και από την ποιότητα και το εύρος των υπηρεσιών που προσφέρουν στους δημότες.
Για τις ανάγκες αυτής της πρώτης πιλοτικής έκδοσης του ελληνικού Δείκτη Αποτελεσματικότητας των Δήμων συγκεντρώθηκαν και αναλύθηκαν δεδομένα από κεντρικές επίσημες πηγές ή από τα στοιχεία που οι δήμοι υποχρεούνται από τον νόμο να δημοσιοποιούν. Ως κύρια πηγή επελέγησαν τα δεδομένα που παρασχέθηκαν κεντρικά από το υπουργείο Εσωτερικών, ενώ οι δημοσιεύσεις στη Διαύγεια και τις ιστοσελίδες των δήμων αξιοποιήθηκαν κυρίως για έλεγχο και επαλήθευση.
Τα δεδομένα ταξινομήθηκαν σε τρία βασικά πεδία:
− Στο πεδίο της οικονομικής διαχείρισης, που αφορά τον βαθμό αποτελεσματικής αξιοποίησης των διαθέσιμων σε κάθε δήμο πόρων·
− Στο πεδίο της διαφάνειας και λογοδοσίας, και
− Στο πεδίο των παρεχόμενων δημοτικών υπηρεσιών.
Δεδομένου του ότι οι ελληνικοί δήμοι εμφανίζουν μεγάλη ποικιλομορφία ως προς την πυκνότητα, την αστικότητα, και τη γεωγραφική τους θέση – διαφοροποιήσεις που αναγνωρίζονται άλλωστε από την ισχύουσα νομοθεσία και το Σύνταγμα – για τις ανάγκες της μελέτης αυτοί κατατάσσονται σε τέσσερις επιμέρους κατηγορίες:
− Τους μεγάλους αστικούς δήμους, οι οποίοι παρουσιάζουν μεγάλη οικιστική πυκνότητα και σχεδόν το σύνολο της έκτασής τους είναι πολεοδομημένο. Κυρίως εντοπίζονται στο λεκανοπέδιο της Αττικής και πέριξ της Θεσσαλονίκης.
− Τους μεικτούς δήμους, που χαρακτηρίζονται από μεγάλο μέρος μη-δομημένης έκτασης.
Κατ’ εξοχήν πρόκειται για δήμους που έχουν προκύψει από συγχωνεύσεις βάσει του σχεδίου Καλλικράτης και βρίσκονται στην επαρχία.
− Τους μεγάλους ορεινούς και νησιωτικούς δήμους (άνω των 10.000 κατοίκους), και
− Τους μικρούς ορεινούς και νησιωτικούς δήμους (με λιγότερους από 10.000 κατοίκους).
Τα δεδομένα που συλλέχθηκαν για κάθε δήμο συνθέτουν την τελική βαθμολογία του, αφού σταθμιστούν ως εξής: στο πεδίο της οικονομικής διαχείρισης αποδίδεται σχετική βαρύτητα 70 μονάδων, στο πεδίο της διαφάνειας και της λογοδοσίας αποδίδονται 10 μονάδες, και στο πεδίο των παρεχόμενων δημοτικών υπηρεσιών 20 μονάδες.
Ο δήμος με την καλύτερη επίδοση σε κάθε επιμέρους υποπεδίο λαμβάνει και την ανώτατη δυνατή βαθμολογία, ενώ ο δήμος με τη χειρότερη επίδοση βαθμολογείται με μηδέν, ή κατά περίπτωση του αφαιρείται ο μέγιστος προβλεπόμενος αριθμός μονάδων. Οι ενδιάμεσοι δήμοι βαθμολογούνται ανάλογα της σχετικής τους επίδοσης.
Για κάθε υποδείκτη, παρουσιάζεται αρχικά η γενική κατάταξη των δέκα καλύτερων δήμων και στη συνέχεια η αντίστοιχη κατάταξη ανά κατηγορία δήμων.
Ολη η μελέτη στο link που ακολουθεί :
https://www.kefim.org/wp-content/uploads/2019/01/Πιλοτικός-Δείκτης-Αποτελεσματικότητας-Δήμων.pdf

Από xiromeropress

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *