Όλη η πορεία του Χριστόφορου Κατσούγκρη στο Άνω Μέρος Αμαρίου, στροβιλίστηκε στα κοπάδια και στα όρη και από τα 15 του που είχε συμπληρώσει, βρέθηκε βοσκάκι «στου Κατσαντονογιάννη, του Τζατζά το κουράδι». Ήταν λίγα τα χρόνια του μισού αιώνα, που ξόδεψε από τη ζωή του ο λεβέντης «κουραδάρης» πάνω στα βουνά και έκανε τα πρόβατα κομμάτι της βιογραφίας του;
Κι όμως! Και σήμερα στα 85 του χρόνια, αν και έχει αποσυρθεί από τα χειμαδιά, ο νους του βρίσκεται αδιάκοπα στις πετρώδεις βουνοκορφές κι όταν αντικρίσει τα ζωντανά να οδηγούνται μέσα από το χωριό του στα βοσκοτόπια ή τις στάνες, ανατριχιάζει και «τα καμαρώνει σαν τα κοπέλια του». Νιώθει να είναι το… παυσίπονο του, τότε, στο νέο τρόπο της καθημερινότητάς που μπήκε και πορεύεται.
Στο Άνω Μέρος, οι ώρες του περνούν «από το σπίτι στο καφενείο και από το καφενείο στο σπίτι». Και δεν είναι εύκολο για έναν που αφομοιώθηκε μέσα στο ορεινό περιβάλλον, και σε μια άλλη κουλτούρα στα γκρεμνά και στους αγριόθαμνους , να μεταβάλλει τα χαρακτηριστικά του.
Το πρόσωπό του πήρε χρώμα από το βουνό και τα ελέη του, το σάλεμά του απόκτησε ρυθμό από τα καθημερινά του ταξίδια στους δύσβατους τόπους των κορφών, και η λαλιά του επηρεάστηκε από τα φυσικά φαινόμενα και από τη φωνητική καθοδήγηση του βοσκού. Θα φορέσει το κρητικό κεφαλομάντηλο, τα στιβάνια και την παραδοσιακή γκιλότα και θα παρουσιαστεί ως μια «πρεπιά» του
χριστόφορος κατσούγκρης βοσκός

Στο καφενείο του χωριού θα πιεί τον καφέ του αλλά και τη ρακή
κτηνοτροφικού σογιού…

-Δηλαδή, μετά από τόσα χρόνια, νιώθεις να είσαι ακόμη στο κοπάδι και στο βουνό;
«Επαραίτησα μα τα αναζητώ! Κι ίντα μπορώ να κάμω; Τα πρόβατα είναι στολίδι κι εδά να περνούνε απόξω και να τα πηγαίνουνε στο χειμαδιό, θα προβάλω να τα καμαρώσω. Ο άνθρωπος όπου κλείνει! Εμένα μου άρεσενε να των-ε-βάνω τα λέρια και να τ’ ακούω να χτυπούνε, τα ρέγουμουνε, πώς να σου το πω! Χωρίς τα λέρια δεν είναι πρόβατα, πάει και τελείωσενε…»
-Έχω ακούσει και θέλω να μου πείς αν είναι ακριβές, ότι η θανατηφόρα ταπείνωση για τον βοσκό είναι, όταν πάρουν τα λέρια από τα πρόβατα και του αφήσουν τα ζώα. Είναι έτσι;
«Ξεφτιλίζουνε το βοσκό, είναι θάνατος, του προσβάλλουνε την τιμή…»
«ΕΔΑ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΒΟΣΚΟΙ…ΔΑΣΚΑΛΟΙ»
Ο Χριστόφορος Κατσούγκρης ακολούθησε από τις Κουρούτες Αμαρίου τον αδελφό του Μιχάλη, μικρότερό του κατά δυο χρόνια, «στο κουράδι» του Γιάννη Κατσαντώνη, «του Κατσαντονογιάννη, του Τζατζά» στο Άνω Μέρος, που ζητούσε στην επαρχία βοσκάκια.
-Τότε, οι βοσκοί;
«Επαέ ήρθα μικιό κοπέλι με τα αρβυλάκια, 15 χρονών. Τον αφέντη μου δεν τον-ε-γνώρισα, ήμουνε 10 χρονών και επειδής η μάνα μας η Ερήνη δεν είχενε να μας-ε-ταϊζει, ήρθαμε στου Τζατζά με το Μιχάλη τον αδερφό μου. Ετότεσάς εβλέπαμε τα πρόβατα για να μην κάνουνε ζημιές στην περιουσία του άλλου και κρεβάτι δεν εγνωρίσαμε. Ένα κομμάτι χωράφι να είχες, έπρεπενε να σε ρωτήξω για να τα βάλω. Υπήρχανε κι οι αγροφυλάκοι…»
-Και σήμερα;
«Εδά δε ρωτούνε πράμα. Μόνο άμα είσαι δυνατός και σε φοβούνται δε θα βάλουνε τα οζά. Εχαθήκανε κι οι αγροφυλάκοι και δεν ορίζεις το πράμα σου. Μεγάλη αναρχία! Εδά οι βοσκοί είναι δασκάλοι, έχουνε τα αμάξα τους, έχουνε τσι φράκτες τους κι αφήνουν τα οζά μέσα μέρα-νύχτα…»

Ο λεβεντόγερος βοσκός Χριστόφορος Κατσούγκρης στο Άνω Μέρος. Περιποιημένος βοσκός!
ΖΩΟΚΛΟΠΗ
-Τι είναι τελικά η ζωοκλοπή; Είναι καπετανιά;
«Είναι γρουσουζιά και μέχρι να στέκει ο κόσμος θα υπάρχει. Δεν είναι καπετανιά, δεν υπάρχει σέβος. Άμα κλέψεις θα ‘ ρθουνε και θα σου κλέψουνε και σ’ ούλα τα χωριά κλέφτουνε. Ίσαμε να υπάρχουνε άνθρωποι στον απάνω κόσμο θα υπάρχει ζωοκλοπή, δεν κόβεται…»
-Ναι αλλά γίνονται, για να επανέλθουν οι καλές σχέσεις, κουμπαριές και συντεκνιές σε ζωοκλέφτες και θύματα…
«Ναι, γίνουνται αλλά την άλλη μέρα πάνε και τα ξαναπαίρνουν. Άμα μάθεις μια τέχνη δεν την παρατάς, εκτός αν δε μπορείς. Δεν τον-ε-νοιάζει αν έχεις σπίτι και κοπέλια. Δεν έχουνε μπέσα, δεν είναι ντρέτοι. Αν ήτανε ‘θελα πάνε να παίρνουνε τα οζά;»
-Κάποιες, όμως, καλύπτονται…
«Πολλές σκεπάζουνται γιατί άμα τσι μαρτυρήσεις θα σου τα ξαναπάρουνε. Άμα μπορείς, τουλάχιστο, και σου γυρίσουνε τα μισά! Ο καλός βοσκός πρέπει να ‘χει φιλότιμο και ανθρωπιά…»
-Έγιναν ζωοκλοπές στο κοπάδι του Τζατζά όταν το έβοσκες;
«Ο Τζατζάς είχενε κόζι, ήτανε φιλάνθρωπος, είχενε κάμει πολλές κουμπαριές και είχενε πολλούς φίλους. Ποτέ, όσα χρόνια έβλεπα τα οζά δεν ήρθανε οι ζωοκλέφτες. Και πως ‘θελα ‘ρθουνε αφού ήμουνε μέρα-νύχτα με τα πρόβατα;»
πηγη madeincreta.gr/

Από xiromeropress

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *