Στα παλιότερα χρόνια το σιτάρι το άλεθαν με το χερόμυλο. Ήταν μια επίπεδη κυκλική πέτρα με λεία επιφάνεια και εσοχή με τοίχωμα ύψους 5 εκατοστών στην εξωτερική της πλευρά. Μέσα στην εσοχή αυτή έμπαινε μια άλλη επίπεδη πέτρα, πάχους 10 περίπου εκατοστών, που εφάρμοζε στην κάτω πέτρα και μπορούσε να περιστρέφεται
πάνω της. Η περιστροφή της γινόταν χειροκίνητα μ’ ένα ξύλινο συνήθως χερούλι στερεωμένο στην άκρη της πάνω πέτρας. Στο κέντρο της πάνω πέτρας υπήρχε μια τρύπα σαν χωνί με μεγαλύτερο άνοιγμα στο πάνω μέρος της και μικρότερο στο κάτω.
Ακουμπούσαν το χερόμυλο στο έδαφος ή πάνω σ’ ένα τραπέζι , έριχναν λίγο λίγο το σιτάρι στην τρύπα της πάνω πέτρας, με το ένα χέρι και με το άλλο κρατούσαν το χερούλι και την περιέστρεφαν πάνω στην κάτω πέτρα. Οι καρποί άρχιζαν να απλώνονται στο κενό ανάμεσα στις δυο πέτρες και να τρίβονται ώσπου να φτάσουν στην εξωτερική πλευρά του κύκλου και να βγουν από την κάτω πέτρα.
Με τον πέτρινο χερόμυλο άλεθαν μικρή ποσότητα σταριού.
Κείμενο: Αλέξης Τότσικας, ”Ελληνική λαϊκή κληρονομιά”.
facebook Τα όμορφα χωριά της Ελλάδας