Του Νίκου Θεοδ. Μήτση.
 

Γεννήθηκε το 1780 στο ορεινό χωριό Βάρνακας Ξηρομέρου, ήταν γιος του Νικολού Βαρνακιώτη και γόνος ιστορικής Αρματολικής οικογενείας. Ήταν, κατά τον Α.Π. Κουτσαλέξη «Διαφέροντα τινά ιστορήματα, εκδ. 1882», παχύς, προκοίλης και ωραίος στην όψη. 

 
Είχε οριστεί το 1815 από τον Αλή Πασά Ιωαννίνων Αρματολός στην επαρχία του Ξηρομέρου. Αδέλφια του ήταν ο Γιάννης, χιλίαρχος το 1822, ο οποίος και πέθανε το 1825 από ανίατη ασθένεια και, ο Γιώτης ο οποίος το 1830 ήταν χιλίαρχος και πέθανε το 1839 με τον βαθμό του αντισυνταγματάρχη στη βασιλική Φάλαγγα {ΦΕΚ. 26 /1836, σελ.107}
Στην έναρξη της επανάστασης (1821) έλαβε μέρος ως επικεφαλής ικανού στρατιωτικού Σώματος Ξηρομεριτών σε πολλές μάχες όπως στη Βόνιτσα (29-30 Μαΐου 1821), στην απελευθέρωση της Άρτας 17 Νοεμ. 1821 στην Άρτα (16 Νοεμβρίου 1821), στο Μακρυνόρος – Λαγκάδα (12 Φεβρ. 1821 & 18 Ιουνίου 1821), στο Κομπότι (8 Ιουνίου 1821), στην απελευθέρωση του Βραχωρίου (9-11 Ιουνίου 1821), στον Καρβασαρά (9 Ιουνίου 1821), στην Πλάκα Σουλίου (27 Ιουλίου 1821), στο Πέτα της Άρτας (15 Ιουλίου 1821 και 4 Ιουλίου 1822) και θριάμβευσε κυριολεκτικά στον Αετό Ξηρομέρου (9 Αυγούστου 1822), αλλά και στο Λουτράκι Κατούνας (27 Αυγούστου 1822).
 
Ως Αρματολός Ξηρομέρου υπήρξε μυημένος στην Φιλική Εταιρεία πριν την έναρξη της επανάστασης {Κασομούλη, τ. 1ος, σελ.39}.
Υπέγραψε στις 25 Μαΐου 1821 τη Διακήρυξη της Επανάστασης στο Ξηρόμερο, η οποία ευλογήθηκε και συντάχθηκε δια χειρός του φιλικού & Ηγουμένου της Ι.Μ. Ζαμπατίνας, Νικηφόρου Ζαβογιάννη και μοιράστηκε στην επαρχία Βονίτσης & Ξηρομέρου {Εφημ. Ξηρόμερο. φ. 35, σελ. 4 /1992, Φυσεντζίδου επιστολαί, εκδ.1893 /σελ. 265, ΝΕΑ του Αρχοντοχωρίου, φ. 27/1988, σελ.7}.
 

 
Θήτευσε στην αυλή του Αλή Πασά όπως το ίδιο είχαν θητεύσει και άλλοι επιφανείς οπλαρχηγοί της εποχής λ.χ οι: Οδυσσέας Ανδρούτσος, Αθανάσιος Διάκος, Δήμο Τσέλιος, Γεώργιος Καραϊσκάκης, Γιάννης Δυοβουνιώτης, Γεώργιος Τσόγκας, Λάμπρος και Φώτος Τζαβέλας, Μάρκος Μπότσαρης, Λάμπρος Βέικος, Π. Πανουργιάς, Θεόδωρος Γρίβας, Ανδρέας Γριβογιώργος κλπ, αλλά και λόγιοι και γιατροί όπως οι: Σπυρίδων Κολοβός, Θανάσης Βάγιας, Αθανάσιος Ψαλίδας, Μάνθος Οικονόμου, Θαν. Λιδωρίκης, Νίκος Θέος, Αλεξ. Νούτσος, Μάρκος Δαμιράλης, Ιωάννης Κωλέττης, Ιωάννης Βηλαράς, Λουκάς Βάγιας κλπ {Σ.Π. Αραβαντινού, Ιστορία Αλή Πασά Τεπελενλή, εκδ. 1895}. Όλοι αυτοί οι οπλαρχηγοί και Λόγιοι, μετέπειτα χαρακτηρίστηκαν από ιστορικούς, ως «αλληπασαλήδες».
 
Σε αρκετά έγγραφα των ΓΑΚ ο Γεώργιος Βαρνακιώτης , βλέπουμε να υπογράφει και ως Νικολού, δηλαδή με το όνομα του πατέρα του, από τον οποίον και διαδέχτηκε το Αρματολίκι του Ξηρομέρου.
 
 
Η σφραγίδα και η υπογραφή του Γεωργίου Βαρνακιώτη σε έγγραφο στις 24 Ιουλίου 1821 που υπογράφει ως Γεωργάκης Νικολού. Στο ίδιο έγγραφο υπογράφουν οι: Ανδρέας Ίσκος και Γεώργιος Βαλτινός.
 
Στις 28 Φεβρουαρίου του 1822 ονομάστηκε Στρατηγός με απόφαση της Γερουσίας της Δυτικής Χέρσου Ελλάδος και τον Σεπτέμβριο του ιδίου έτους ονομάστηκε πάλι Στρατηγός το 1822 από το Εκτελεστικό Σώμα της Προσωρινής Διοίκησης της Ελλάδος (1/12 Σεπτεμβρίου 1822) μετά από πρόταση των καπεταναίων και χιλίαρχων της περιφέρειας και μάλιστα, δια υπογραφής στο δίπλωμα της προαγωγής του, από τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο.
 
Η απόφαση του Εκτελεστικού Σώματος με την οποία ο Γεώργιος Νικολού Βαρνακιώτης προήχθη στον βαθμό του στρατηγού στις 1 Σεπτεμβρίου 1822.
 
Απελευθέρωσε στις 11 Ιουνίου 1821 το Αγρίνιο και με συνθήκη που υπέγραψε ο ίδιος με τον Τουρκαλβανό διοικητή Βραχωρίου Νούρκα Σερβάνη, μετέφερε τους Τούρκους στο Δραγαμέστο (Αστακό) και από εκεί με καράβια τους έστειλε στην Πρέβεζα {Εγκυκλ. Ήλιος, σελ. 581}.
 
Τέλος Σεπτεμβρίου 1822 με εντολή της Διοίκησης (ουσιαστικά του Μαυροκορδάτου) τον προέτρεψαν να επισπεύσει την εις Άρταν άφιξίν του, δια να βάλει τα περιβόητα «καπάκια» {«καπάκια = αποπλάνηση των εχθρών για την σωτηρία της πατρίδος, προτίναντες ίνα συναπέλθωσι μετ΄ αυτού»}. Να τι αναφέρει για τα καπάκια ο Νέαρχος Φυσεντζίδης (Επιστολαί Φυσετζίδου, εκδ. 1893) και ο Κάρπος Παπαδόπουλος {Τα κατά Βαρνακιώτη, εκδ. 1861}.
 
«Ο Βαρνακιώτης λοιπόν ως εκ θαύματος τον θάνατο διαφυγών, ήρξατο πολιτευόμενος (σύμφωνα και με την εντολή της Διοίκησης), τους Τούρκους και δια των πλαστών και ψευδών υποσχέσεων, ότι θέλουν προσκυνήσει αι επαρχίαι, κατώρθωσε να αναβάλη επί πολλάς ημέρας την κατά των Ελλήνων εκστρατείαν και ως αληθής πατριώτης, δεν έπαυσε γράφων και πληροφορών τους Έλληνας περί τε των δυνάμεων και των σχεδίων των Τούρκων και συνιστών ίνα όσον τάχιστα ενδυναμοθώσι και καταλάβωσι τας αρμοδίας θέσεις».
 
Όπως και η εφημερίδα «Ο ΣΩΤΗΡ» 13 Μαρτίου 1838, αναφέρει, για την εκ μέρους του Βαρνακιώτη εκτέλεση της εντολής της κυβέρνησης για τα «καπάκια», τα παρακάτω.
 
Εφημερίδα / Ο ΣΩΤΗΡ. Φ.15 / Κυριακή 13 Μαρτίου 1838. Η εντολή του Μαυροκορδάτου και της Γερουσίας της Δυτ. Χέρσου Ελλάδος προς τον Βαρνακιώτη να πραγματοποιήσει προς όφελος της πατρίδας τα περιβόητα «καπάκια».
 
Την ίδια και επί λέξει αναφορά, για την εντολή που πήρε ο Βαρνακιώτης από την Kυβέρνηση του Μαυροκορδάτου να πραγματοποιήσει τα «καπάκι», μας αναφέρει και Γενναίος Κολοκοτρώνης στα «Ελληνικά Υπομνήματα, Επιστολαί και διάφορα έγγραφα», σελ. 81, εκδ. 1856.
 
Τω αυτώ αναφέρει και ο εκ Ναυπάκτου ιστορικός, Γιάννης Βλαχογιάννης, γνωστός ανά το Πανελλήνιον, που αναδημοσιεύει το 1935 στο περιοδικό Ιστορικό Αρχείον / τ. Ε, σελ. 103 για τα «καπάκια» την ενυπόγραφη εντολή της κυβέρνησης Μαυροκορδάτου και την οποία ο Γεώργιος Βαρνακιώτης, παρά τις αρχικές του επιφυλάξεις, ως Στρατηγός, εκτέλεσε την εντολή της Κυβέρνησης.
 
Αλλά, τα ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ, εκδιδόμενο έντυπο εκείνη την εποχή στο Μεσολόγγι από τον Ιάκωβο Μάγερ, πολιτικό έντυπο – όργανο και ελεγχόμενο πλήρως από τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, με εντολή φυσικά του ιδίου και πριν καλά καλά επιστρέψει ο Βαρνακιώτης από την Άρτα που είχε λάβει την εντολή να πραγματοποιήσει τα «καπάκια», τον αποκήρυξε ως προδότη…
 
 
Τι ήταν τα καπάκια; Ήταν οι μυστικές συμφωνίες των οπλαρχηγών της Ρούμελης με τους Τούρκους και θεωρούνταν, γενικά εθνοφελή στρατηγήματα. Όποιος έβαζε καπάκι επέβαλε ανακωχή, έσωζε πληθυσμούς από τη σφαγή και τη λεηλασία και συνάμα κέρδιζε πολύτιμο χρόνο στον αγώνα.
 
Σε παρόμοιες συμφωνίες κατέφυγαν ο Βαρνακιώτης με εντολή όπως είδαμε της Διοίκησης του Μαυροκορδάτου, ο Ανδρέας Ίσκος, ο Γώγος Μπακόλας, ο Γιαννάκης Ράγκος, ο Γεώργιος Βαλτινός, ο Νικόλαος Στουρνάρης, ο Ανδρέας Σαφάκας, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης και βέβαια και ο Οδυσσέας Ανδρούτσος. Ήταν δηλαδή μια Ρουμελιώτικη τακτική – γνωστή σε όλους και, κυρίως, αποδεκτή.
 
Ωστόσο, η έλευση του Μαυροκορδάτου και η δυναμική εμπλοκή του στον ξεσηκωμό της Δυτικής Ελλάδας, μας αναφέρει ο Κ. Παπαγιώργης «Τα καπάκια, εκδ. 2009», κατέστησε τα καπάκια πέτρα σκανδάλου και πανίσχυρο πολιτικό επιχείρημα με πρόσχημα τις επαφές με τον εχθρό. 
 
Έτσι ο ετερόχθων Φαναριώτης είχε την ευχέρεια να διαχωρίζει τους καπετάνιους σε «πατριώτες» και «προδότες» ανάλογα με την τροπή των πραγμάτων και τις ατομικές του επιδιώξεις. 
 
Οι «αληπασαλήδες», ήρθαν σε δεινή ρήξη με τον Μαυροκορδάτο, με αποτέλεσμα ο Βαρνακιώτης εξοβελίστηκε και «ενταφιάστηκε» από τον Τύπο, ο Καραϊσκάκης δικάστηκε ως προδότης, ενώ ο Ανδρούτσος είχε το οικτρό τέλος που όλοι ξέρουμε τον σκότωσε το πρωτοπαλίκαρό του ο Ιωάννης Γκούρας στην Ακρόπολη. 
 
Δυστυχώς αυτός ήταν ο Μαυροκορδάτος με την γνωστή Φαναριώτικη πανουργία του.Μετά από αυτά και τέλος του 1822, ο Βαρνακιώτης, έπεσε στη δυσμένεια του Μαυροκορδάτου και ηττήθηκε κυριολεκτικά κατά κράτος από τη γραμμή του και από τον διαπλεκόμενο Τύπο (Ελληνικά Χρονικά, Γενική Εφημερίς) που διέθετε μόνον η κεντρική πολιτική εξουσία, αλλά και όριζε τις τύχες των όπλων μέσω τυπογραφίας, με αποτέλεσμα να αποσυρθεί – κατ΄ εμάς, κακώς – από τα τεκταινόμενα του αγώνα, κατασυκοφαντούμενος πάρα πολύ και μάλιστα πολύ άδικα.
 
Τόσο υπήρξε το μένος του Μαυροκορδάτου κατά του Βαρνακιώτη, ώστε προσπάθησε με ανθρώπους του, πέντε φορές, να δολοφονήσει τον Γεώργιο Νικολού Βαρνακιώτη μέσα στο νησί Κάλαμος (νησάκι απέναντι της Ακαρνανίας και σε απόσταση αναπνοής από τον Μύτικα), που βρίσκονταν ο Στρατηγός κι απέτυχαν και οι πέντε {Φεσεντζίδου / εκδ. 1893/σελ.316}.
 
Ιδού και οι απόπειρες δολοφονίας προς τον Βαρνακιώτη, γενόμενες όλες από ανθρώπους του Μαυροκορδάτο , ο οποίος τελικά θεωρείται και ο φυσικός αυτουργός της «εξόντωσης» του.
 
Α. Ότε ο Ομέρ Βρυώνης αποτυχών να κυριεύσει το Μεσολόγγι, ανεχώρησε κακώς έχων και ο Βαρνακιώτης εζήτησεν επικουρίαν δια να κτυπήση τους Τούρκους τον Αχελώον διαβαίνοντας, ο Μαυροκορδάτος αντί επικουρίας, έπεμψε τους Χασαπαίους υπό τον Βασίλην Χασάπην με 200 στρατιώτας και επολιόρκησαν αυτόν εν τη οικία του εις Δραγαμέστον (Αστακό) με εντολή ή να τον συλλάβωσιν ή να τον φονεύσωσιν. 
 
Προς τον σκοπόν δε τούτον, κατ΄ εντολήν του Μαυροκορδάτου, έδραμε και ο Μάρκο Μπότζαρης, ως επίκουρος των Χασαπαίων. Αλλ΄ επειδή ο Βαρνακιώτης προλαβών διέφυγε τον κίνδυνον, μεταβάς εις Κάλαμον, μίαν των Ιονίων Νήσων, ενέπρησαν την οικίαν του, εν τη αποτυχία και διήρπασαν την περιουσίαν του. Τούτο το αναφέρει λεπτομερώς και ο Γεώργιος Βαρνακιώτης στην απολογία του προς την Υπερτάτη Βουλή. {ΑΕΠ, τ. 9ος, σελ.198}.
 
Β. Ο Μαυροκορδάτος άμα μαθών την εις Κάλαμον του Βαρνακιώτου μετάβασιν, απέστειλεν άνθρωπον άγνωστον, όστις υπό το πρόσχημα επαίτου, ώφειλε να δολοφονήση τον Βαρνακιώτην. 
 
 Αλλ΄ εκείνος εγκαίρως ειδοποιηθείς εκ Μεσολογγίου παρά του γαμβρού του Αναγνώστη Καραγιάννη, συνέλαβε τον δολοφόνον, κατέσχε το επ΄ αυτού ευρεθέν κεκρυμένον πιστόλιον και εσώθη.
 
Γ. Κατ΄ εντολήν του Μαυροκορδάτου, εκμανέντος επί τη ανωτέρω αποτυχία, ο εν Καλάμω διαμένων ιατρός Χρηστάκης Ράγκος (συγγενής του στρατηγού Γιαννάκη Ράγκου), δια 300 ταλήρων εξηγόρασε Χειμαργιώτην τινά να δολοφονήσει τον Βαρνακιώτη, αλλ΄ εκείνος εγκαίρως ειδοποιηθείς παρά των φίλων Αναγνώστη Μπαρλά και Δήμου Τζέλιου, διέφυγε και την φοράν αυτήν τον θάνατον.
 
Δ. Ότε ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης δια θαλάσσης μεταβάς εις Αστακόν εζήτησε τον Βαρνακιώτην εις συνέντευξιν (συνάντηση), ο Μαυροκορδάτος, εν αγνοία βεβαίως του Μαυρομιχάλη, επλήρωσε Μανιάτην τινά δια να τον δολοφονήση επί του πλοίου, αλλ΄ ο Βαρνακιώτης λαβών γνώσιν του κινδύνου παρά του Γερουσιαστού Αναγνώστη Καραγιάννη, δια του επίτηδες απεσταλμένου Ανδρέα Κλουμπή, απέφυγε την προς τον Πετρόμπεην συνέντευξιν, και ούτως εσώθη, και
 
Ε. Ότε ο Βαρνακιώτης, τη 22 Ιανουαρίου 1823 έστειλεν αναφοράν προς την Βουλήν, με επιστολήν προς τον Κολοκοτρώνην, ζητών να παρουσιασθή προς την Βουλήν του έθνους, δια να εκφράση αυτοπροσώπως τα κατά του Μαυροκορδάτου παράπονά του, ο Μαυροκορδάτος μαθών τούτο, έπεμψε μυστικά δύο πλοία, υπό την διοίκησιν των Ζακυνθίων Πουγγή και Καραβά με εντολήν, περιπλέοντες να εξετάζωσι παν πλοίον εκ Καλάμου προερχόμενον, και άμα ευρόντες να συλλάβωσι και να φονεύσωσι τον Βαρνακιώτην. 
 
Ο δε Βαρνακιώτης ειδοποιηθείς δεν μετέβη εις την Βουλήν και ούτως απέφυγε και την πέμπτην ταύτην του Μαυροκορδάτου απόπειραν της δολοφονίας.
 
{Τα Κατά Γεωργίου Βαρνακιώτη: Κάρπου Παπαδόπουλου, σελ. 68 εκδ. 1861 Μεσολόγγι / Νέαρχου Φυσετζίδου: Αυτόγραφαι Επιστολαί Επισημοτέρων Ελλήνων Οπλαρχηγών, σελ.316, έκδ. 1893 Αλεξάνδρεια}.
 
Αποστασιοποιήθηκε από τον αγώνα τέλος του 1822 ως και το 1827 και, για την στάση του αυτή έχει κριθεί αρνητικά από ορισμένους ιστορικούς και ποιητές (Κασομούλης, Κάλβος) και μάλιστα ορισμένοι τον κρίνουν μονομερώς, δίχως να λάβουν υπόψιν σφαιρικά όλα τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν, κωφεύοντας στην ανθρωπίνως Δημοσθένεια ρήση «προς γαρ το τελευταίο εκβάν έκαστος των πριν υπαρξάντων κρίνεται», δηλ. ο καθένας κρίνεται, από τις τελευταίες του πράξεις.
 
Και ο Βαρνακιώτης όταν η πατρίδα το 1828 βρέθηκε σε δύσκολη θέση, φάνηκε ανώτερος των περιστάσεων, συμμετέχοντας στον αγώνα απελευθερώνοντας στα 1828-1829 ολόκληρη τη Δυτική Ελλάδα, δίνοντας έτσι ένα ισχυρό διπλωματικό ατού στα χέρια του Καποδίστρια, να διεκδικήσει τη διεύρυνση των συνόρων στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος και τέλος να προσαρτηθεί και η Ακαρνανία εντός των συνόρων, η οποία ως γνωστόν, τότε, με το πρωτόκολλο του Λονδίνου 22 Ιανουαρίου / 3 Φεβρουαρίου 1830 ήταν εκτός του Ελλαδικού χώρου.
 
Μάλιστα στον Καποδίστρια,το προαναφερθέν πρωτόκολλο του επιδόθηκε μαζί με διακοίνωση, τα ελληνικά στρατεύματα που βρίσκονταν εκτός των νέων συνόρων να αποχωρήσουν!!! Δηλαδή τα στρατεύματα που υπήρχαν στο Ξηρόμερο, στη Βόνιτσα και στον Βάλτο, έπρεπε να αποχωρήσουν δίχως αντίρρηση.
 
Αναφέρουμε στο παρόν πόνημά μας όλη αυτή την διπλωματική εξέλιξη εκείνων των γεγονότων, δια να διαπιστωθεί εκ μέρους του αναγνώστη κι όχι μόνον, ότι οι διεξαχθείσες μάχες στη Δυτική Ελλάδα το 1828-1829 με τον Ρίχαρντ Τσώρτς, τον Γεώργιο Βαρνακιώτη και τον Πληρεξούσιο Τοποτηρητή Αυγουστίνο Καποδίστρια, είχε σαν αποτέλεσμα την ανεξαρτησία της Ακαρνανίας, που ως γνωστόν οι Ακαρνάνες έδωσαν την υπέρτατη θυσία τους δείγμα της αγωνιστικής τους διάθεσης και απέδειξαν την αιωνιότητα της ελληνικής φυλής, που ενώ είχαν γίνει ολοκαύτωμα για την απελευθέρωση (1821-1827), με το προαναφερθέν πρωτόκολλο του Λονδίνου έμεναν εκτός νυμφώνος των ελληνικών συνόρων.
 
Επανάκαμψε λοιπόν στο ελληνικό στράτευμα ο Βαρνακιώτης, μετά από προσωπικό κάλεσμα του φίλου του Ιωάννη Καποδίστρια στις 28 Φεβρουαρίου 1828 και του ανατέθηκε από τον Κυβερνήτη, ο ρόλος της εκκαθάρισης της Δυτικής Ελλάδος από τους Τούρκους, πράγμα και που το πραγματοποίησε νικηφόρα και αποτελεσματικά {Γεν. Γραμ. Φάκ. 22, 198 & Πληρεξ. Τοποτηρητής Φάκ.118}.
 
Μάλιστα πριν τις 28 Φεβρ. 1828, ο Βαρνακιώτης είχε συναντηθεί με τον Ιωάννη Καποδίστρια στις 17 Ιανουαρίου 1828 στον όρμο του Μύτικα – ερχόμενος για το Ναύπλιο – πάνω στο Αγγλικό δίκροτο, όπου ο Κυβερνήτης τον υποδέχθηκε με φιλοφρόνηση και με αξιοπρέπεια περιποιήθηκε τον Βαρνακιώτη, τον παρηγόρησε για όσα δυστυχήματα υπέστη, τις προγραφές και τις καταδρομές και τον παρότρυνε σε επανάληψη μετά ζήλου και θερμότητας των υπέρ της ελευθερίας της πατρίδας αγώνων του, υποσχόμενος ισοτίμως των κατορθωμάτων του αμοιβές, μας αναφέρει ο Κάρπος Παπαδόπουλος { Όπ. π. π ,σελ. 84}.
 
Πεισθείς λοιπόν ο Βαρνακιώτης μετά τη συνάντησή του με τον Καποδίστρια πάνω στο Αγγλικό πλοίο, στον όρμο του Μύτικα Ξηρομέρου, όπως προαναφέραμε, έσπευσε και δίχως αναβολή συνέλλεξε επέκεινα των 1500 Ξηρομεριτών και σύστησε στρατόπεδο στον Μύτικα στη θέση Παλιομάγαζα. 
 
Ο Βαρνακιώτης τότε ορμώμενος από διακαή ζήλο πατριωτισμού και δια να αποδείξει στον κόσμο ότι δεν είναι τέτοιος όπως τον χαρακτήριζε ο Μαυροκορδάτος και τα πολιτικά και έντυπα όργανά του, κινήθηκε κατά των Τούρκων εκεί που υπήρχαν κατ΄ αποσπάσματα και φρουρές σε διάφορα μέρη του Ξηρομέρου (Κανδήλα, Ζάβιτσα, Κατούνα, Μαχαλάς, Παπαδάτου, Πεντάλοφος, Κατοχή, Γουριά Μεσολογγίου, Αιτωλικό, Καρβασαράς, Βόνιτσα) τους έδιωξε από παντού και τους ανάγκασε να κλεισθούν στον Καρβασαρά (Αμφιλοχία) ως 2000 ψυχές τον αριθμό, τους πολιόρκησε στενά και τους ανάγκασε να παραδοθούν με συνθήκη, ο ουσιωδέστερος της οποίας όρος ήταν να τους αποστείλει αβλαβείς στην Άρτα, συνεχίζει να μας αναφέρει ο Κάρπος Παπαδόπουλος {Ό.π.π , σελ. 85}.
 
Μνημείο του Γεωργίου Βαρνακιώτη στην παραλία της Βόνιτσας τη δεκαετία του 1970 {φωτογραφία απ΄ το αρχείο μας}.
 
Για την απελευθέρωση του Ξηρομέρου και του Καρβασαρά (Αμφιλοχία) ο Αυγουστίνος Καποδίστριας, Πληρεξούσιος Τοποτηρητής στη Στερεά Ελλάδα, του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, συνεχάρη τον Βαρνακιώτη με επαινετικές προς αυτόν επιστολές, όπως:
 
« ….Επαινώ την δραστηριότητα και τον ζήλον με τον οποίον ενηργήσατε δια να ελευθερώσετε το Ξηρόμερον από την παρουσίαν των Τούρκων. Και, …Η ενέργειά σας εις το να εξέλθουν οι Τούρκοι από τον Καρβασαρά εφάνη και εις εμέ και τον ίδιον τον Κυβερνήτην πολλά αρεστόν….». 
 
Μετά ο Βαρνακιώτης πορεύτηκε και προς την Βόνιτσα και κυρίευσε και πολιόρκησε το φρούριο. Οι δε Τούρκοι πολιορκηθέντες στενά συνθηκολόγησαν και παρέδωσαν το φρούριο της Βόνιτσας στον Βαρνακιώτη και στον Αρχιστράτηγο των ελληνικών δυνάμεων Ρίχαρντ Τσώρτσ {Κάρπου Παπαδόπουλου, Ό.π.π, σελ. 86} και οι Τούρκοι της Βόνιτσας έφυγαν ανενόχλητοι για την Πρέβεζα.
 
Στις 11 Ιουνίου 1821 είχε απελευθερώσει το Αγρίνιο, στις 15 Δεκ. 1828 συνέβαλε στην απελευθέρωση της Βόνιτσας με την τελική εκδίωξη των Τούρκων από την πόλη στις 5 Μαρτίου 1829. Στις 26 Μαρτίου 1829 απελευθέρωσε την Αμφιλοχία, στις 19 Μαρτίου 1829 απελευθέρωσε τον Μαχαλά Ξηρομέρου [Πληρ. Τοπ. Φάκ. 117], καθώς και αναίμακτα στις 2 Μαΐου 1829 απελευθέρωσε το Μεσολόγγι, υπογράφοντας μάλιστα εκ μέρους του Πληρεξούσιου Τοποτηρητή στη Δυτική Ελλάδα, Αυγουστίνου Καποδίστρια, την συνθήκη παράδοσης της πόλης του Μεσολογγίου στους Έλληνες. {Πληρ. Τοπ. Φάκ. 118 & Εφ. Γενική, φ. 35/8-5-1829}.
 
Η συνθήκη απελευθέρωσης του Μεσολογγίου στις 2 Μαΐου 1829 υπογεγραμμένη από τον Γεώργιο Βαρνακιώτη.
 
Επί Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια με την υπ. αριθ. 3864 /11 Δεκ. 1830 απόφαση της Γραμματείας Στρατιωτικών ονομάστηκε Χιλίαρχος (ανώτερος βαθμός τότε στην ιεραρχία του στρατού, υπ. στρατ. Μ/Α.φ. 420) και, το 1830 ονομάστηκε πρόεδρος του Στρατιωτικού Δικαστηρίου Δυτικής Ελλάδος με έδρα το Μεσολόγγι {Γενική, φ. 100/1830}.
 
Διετέλεσε δύο φορές πληρεξούσιος βουλευτής των Ελλήνων, όπως στη Δ΄ Εθνοσυνέλευση (Εν Άργει 1829) & στην Ε΄ Εθνοσυνέλευση (Εν Προνοία Ναυπλίου 1831). {Αρχ. Βουλής}.
Υπήρξε μια προσωπικότητα εφάμιλλη των Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και Οδυσσέα Ανδρούτσου, αλλά αδικημένη και κατασυκοφαντημένη από την καθεστηκυία τάξη του Μαυροκορδάτου και του ελεγχόμενου από την εξουσία Τύπου της εποχής.
 
Ο Κυβερνήτης, Ιωάννης Αντ. Καποδίστριας , όπως προαναφέραμε, του εμπιστεύθηκε καίρια πόστα στο τότε νεοσύστατο κράτος και έχαιρε της απεριορίστου εμπιστοσύνης του, καθότι γνωριζόντουσαν από παλαιόθεν (Φυσεντζίδου /1893/σελ. 205).
Αλλά και ο βασιλεύς Όθων τον τίμησε δεόντως ονομάζοντάς τον Συνταγματάρχη στη βασιλική Φάλαγγα {ΦΕΚ.26/10 Ιουνίου 1836}, Διοικητή το 1836 στην Ε΄ Τετραρχία στη βασιλική Φάλαγγα στο Μεσολόγγι {υπ. στρατ. Μ/Α. φ. 420, 422, Προικ. φ. 12} και του χορήγησε και το Αργυρούν Νομισματόσημο, αλλά και εθνικές γαίες, σπίτι και περιβόλια στο Αιτωλικό { Εθν. Κτημ. φ. 2106 }.
 
Το Διάταγμα 141/1830 με το οποίο ο Γεώργιος Βαρνακιώτης διορίζεται από τον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια Πρόεδρος του Στρατιωτικού Δικαστηρίου Δυτικής Ελλάδος με έδρα το Μεσολόγγι { ΓΕΝΙΚΗ.φ.100/ 20 Δεκ. 1830}.
 
Μισθοδοτική κατάσταση του Γεωργίου Βαρνακιώτη, ως Προέδρου στο Στρατιωτικό Δικαστήριο το 1831 (Γεν. Γραμ. φ.119).
 
Έγγραφο της Γραμματείας της Επικρατείας με ημερομηνία 18 Δεκ. 1840 το οποίο αναφέρεται στο υπ. αριθ. 2010 ψήφισμα του Κυβερνήτη της Ελλάδος, προς τον κατά την Δυτική Ελλάδα Έκτακτον Επίτροπον, αφορών τα προς τον Γεώργιον Βαρνακιώτην κατά το 1830 παραχωρηθέντα κτήματα στο Μεσολόγγι και Αιτωλικό. 
 
Και δεξιά ενυπόγραφος αναφορά του Γεωργίου Βαρνακιώτη στις 13 Ιουλίου 1835 που επιβεβαιώνει ότι του χορηγήθηκαν επί Καποδίστρια στις 24 Ιουλίου 1830 η επικαρπία Εθνικού Κτήματος στο Μεσολόγγι {Εθν. Κτήμ.φ.2106}.
 
Η απονομή του αργυρού Νομισματόσημου στον Βαρνακιώτη από τον Όθωνα το 1835.
 
Με την πρώτη του σύζυγο την Ασήμω, θυγατέρα του Γιάννη Μπουκουβάλα, απόκτησε τους: Νικόλαο (εκατόνταρχο) ο οποίος παντρεύτηκε το 1826 τη Χάιδω κόρη του Γεωργίου Μήτσου Μαυρομμάτη και σκοτώθηκε το 1828 από σεισμό στον Μύτικα, τον Δημήτριο υπολοχαγό το 1836 {ΦΕΚ. 18/1838} στη βασιλική Φάλαγγα και μετέπειτα Δικηγόρο, Πρωτοδίκη Πατρών & Καλαμάτας, Ειρηνοδίκη Λευκάδος και βουλευτή Ξηρομέρου το 1869 και 1872 ο οποίος και απεβίωσε στην Πάτρα στις 5 Οκτωβρίου 1880, τον Διονύσιο, πεντακοσίαρχο αξιωματικό επί Καποδίστρια το 1830. Και με τη δεύτερη σύζυγό του, την Αικατερίνη Κουτσούμπα, απόκτησε τους: Ιωάννη (σταφιδοκτηματία – έμπορο) και, την Ελένη σύζυγο Σπυρίδωνος Οικονομίδη από το Μεσολόγγι.
 
Υπήρξε όπως προείπαμε ο απελευθερωτής στα 1828-1829 του Ξηρομέρου, της Βόνιτσας (1829), της Αμφιλοχίας (1829) και ιδιαίτερα της Ιεράς πόλεως του Μεσολογγίου (1829), στην οποία άφησε την τελευταία του πνοή και τα αμνημόνευτα κόκκαλά του στις 30 Ιανουαρίου 1842 {ΦΕΚ. 23 / 1843, σελ. 114} και είναι θαμμένος στον Άγιο Αθανάσιο εντός του Φρουρίου του Μεσολογγίου «ταφείς εν τη θέσει Άγιος Αθανάσιος παρά το Φρούριον, όπερ οσάκις απηλευθέρωσεν», μας αναφέρει ο Αγαπητός Σ . Αγαπητός «Οι ένδοξοι Έλληνες του 1821, τ. Α΄ , σελ. 321 , εκδ. 1877 Πάτρα».
 
Ο αναγνώστης, ο ερευνητής, με τις παρούσες και εν τάχει καταθέσεις μας – που ομολογούμε ότι τις συλλέξαμε την τελευταία 15ετία και όντας πιο ώριμοι στις έρευνές μας – εκτιμούμε ότι έχει πλέον στη διάθεσή του ικανά ιστορικά δεδομένα, τα οποία όχι μόνον μέχρι στιγμής του ήταν παντελώς άγνωστα, αλλά δημοσιεύονται και για πρώτη φορά ως έγγραφα σε έντυπη και φωτογραφική μορφή και δη ως πρόπλασμα εκ του όλου υλικού που υπάρχει στα χέρια μας για τον Βαρνακιώτη – το οποίο κάποια στιγμή ευελπιστούμε να δει το φως της δημοσιότητας – ιστορικά στοιχεία, επαναλαμβάνουμε που προέρχονται από την αέναη και διαρκή έρευνά μας σε πρωτογενείς αρχειακές πηγές των ΓΑΚ και των λοιπών κρατικών αρχειακών πηγών.
 
Πιστεύουμε ότι με αυτά τα στοιχεία που αναφέρουμε, ο αντικειμενικός αναγνώστης, θα μπορέσει να διαμορφώσει ωριμότερη περί του Γεωργίου Νικολού Βαρνακιώτη σκέψη και, θα κρίνει αυτόν δικαιότερα παρ΄ όσον τον έκρινε προηγούμενα. Χωρίς να παραγνωρίζουμε το της αποστασιοποίησής του βαρύ σφάλμα, γνωρίζομε συν τοις άλλοις με αποδεικτικά στοιχεία ότι εξωθήθηκε σε αυτό μετά από καταχθόνιο σχέδιο του Μαυροκορδάτου και τις πέντε απόπειρες δολοφονίας που του έστησε ο ίδιος (Μαυροκορδάτος) με τις υποτακτικές συντροφιές του (Μάρκος Μπότζαρης, Γεώργιος Τσόγκας, Γιαννάκης Ράγκος, Δημήτρης Μακρής, Αλεξάκης Βλαχόπουλος, ο Ιάκωβος Μάγερ με τα Ελληνικά Χρονικά κλπ κλπ).
 
Αναντίρρητα εάν, παρά τους κατατρεγμούς του (ιδέ γι αυτούς: Επιστολές Φυσεντζίδου εκδ.1893, Τα κατά Βαρνακιώτη του Κάρπου Παπαδόπουλου εκδ.1861, Γεωργίου Γαζή έκδ.1833, Εφημερίδα Ο ΣΩΤΗΡ, φ. 15 /13 Μαρτίου έκδ. 1838, Απομνημ. Γενναίου Κολοκοτρώνη σελ. 81 έκδ. 1856, Δημητρίου Παπαντωνόπουλου σελ. 60 / έκδ. 1873), κρατείτο σταθερά παρά το πλευρό των αγωνιζομένων Ελλήνων, θα συνέβαλε ασφαλώς στον αγώνα ασυγκρίτως περισσότερο και θα μπορούσε να καταταγεί στην κορυφή των προσενεγκόντων εξαιρέτους πράξεις αγωνιστών. 
 
Και το λέμε τούτο καθότι και ο Γιαννάκης Ράγκος και ο Ανδρέας Ίσκος και ο νουνεχής και φιλήσυχος Γεώργιος Βαλτινός, αλλά και ο Γεώργιος Τσόγκας, το ίδιο απείχαν από τον αγώνα τέλους του 1822 ως αρχές του 1823. Μάλιστα ο Ίσκος και ο Τσόγκας, πρωτοκλασάτοι στρατιωτικοί, μετά την Έξοδο του Μεσολογγίου αποστασιοποιήθηκαν ξανά ως τον Μάρτιο του 1828, χρόνος που και επέστρεψαν και οι δύο στο ελληνικό στρατόπεδο. 
 
Ο δε Γεώργιος Τσόγκας και ο Γιαννάκης Ράγκος λιποτάκτησαν τον Ιούνιο του 1826 από το Μεσολόγγι. Και να σκεφτείτε ότι ο Γεώργιος Τσόγκας ήταν Σωματάρχης και Αρχηγός της φρουράς του Μεσολογγίου!!! {Απομνημ. Σπύρου Μήλιου,σελ.15, 28 / Απομνημ. Αρτεμίου Μίχου , σελ.25 / Κασομούλη, τ. Β, σελ.88}.
 
Πλην όμως , όπως εξελίχτηκαν τα πράγματα, δεν δυσκολεύεται ο αντικειμενικός ερευνητής – ιστοριοδίφης και ιστορικός, αλλά και ο απλός πολίτης, να διαπιστώσει ότι ο Γεώργιος Βαρνακιώτης κρίθηκε από τους ιστορικούς αυστηρά και άδικα θα έλεγα, αφού συν τοις άλλοις αποσιωπήθηκαν ή και μειώθηκαν τέσσερες πατριωτικές προσφορές του, όπως:
 
1. Η απελευθέρωση του Βραχωρίου (Αγρίνιο ) στις 11 Ιουνίου 1821.
2. Η Μάχη του Αετού στις 9 Αυγούστου 1822 και της Βόνιτσας (15 Δεκ. 1828).
3. Η απελευθέρωση της Βόνιτσας – Ξηρομέρου και Καρβασαρά (Αμφιλοχία) το 1828-9 και
4. Η Συνθήκη παράδοσης του Μεσολογγίου και του Αιτωλικού στους Έλληνες στις 2 Μαΐου 1829 με υπογραφή του Βαρνακιώτη και για λογαριασμό του Καποδίστρια.
 
Να τι αναφέρει ο Πληρεξούσιος Τοποτηρητής στη Στερεά Ελλάδα, Αυγουστίνος Καποδίστριας, για την συμβολή και προσφορά του Βαρνακιώτη στην απελευθέρωση της Δυτικής Ελλάδος στα 1828- 1829: «Επαινώ την δραστηριότητα και τον ζήλον με τον οποίον ενηργήσατε δια να ελευθερώσετε το Ξηρόμερον από την παρουσίαν των Τούρκων. Επιθυμών δε και εγώ να μεταβώ το γληγορώτερον εις τα μέρη ταύτα και να ανταμοθώμεν ….Είμαι βέβαιος εις την προθυμίαν και τον ζήλον σας του να τελειώσωμεν πάν έργον ωφέλιμον εις την Πατρίδα, εν τω κόλπω της Ναυπάκτου».
 
Τούτο το αναφέρει σε σχετική προς τον Γεώργιο Βαρνακιώτη επιστολή του στις 26 Μαρτίου 1829 ο Αυγουστίνος Καποδίστριας, Πληρεξούσιος Τοποτηρητής, τότε, του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια κατά την Δυτική Ελλάδα {Φυσετζίδου επιστολαί, σελ. 349, εκδ. 1893, Αγαπητός. Σ. ΑΓΑΠΗΤΟΣ , Ενθυμήματα, σελ. 317}.
 
Και σε άλλη επιστολή του στις 10 Απριλίου 1829, γράφει προς τον Βαρνακιώτη, ο Αυγουστίνος, τα εξής: «Η ενέργειά σας εις το να εξέλθουν οι Τούρκοι από τον Καρβασαρά εφάνη και εις εμέ και τον ίδιον τον Κυβερνήτην πολλά αρεστόν. Τούτ΄ αυτό το ευτυχές επιτύχημα είμαι εύλελπις ότι θέλομεν κάμει και εις τους εν Μεσολογγίω και Ανατολικώ, με τον ενταύθα ερχομόν σας, οπού σας προσμένω με όλην την χαράν να έλθετε προς αντάμωσίν μου μετά το Πάσχα, καθώς μοι γράφητε. Όσα δε άλλα αναγκαία να συνομιλήσωμεν υπέρ των κοινών της Πατρίδος συμφερόντων, εις τα οποία έχω την επιθυμίαν να συμπράξωμεν θέλομεν συνομιλήσει δια ζώσης φωνής». {Φυσετζίδου, σελ.205, Ό.π.π}
 
Και σε ακόμη μία άλλη επιστολή του απευθυνόμενη προσωπικά προς τον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, ο Πληρεξούσιος Τοποτηρητής στη Δυτ. Ελλάδα Αυγουστίνος Καποδίστριας, αναφέρει στις 5 Μαΐου 1829 μεταξύ των άλλων για την απελευθέρωση του Μεσολογγίου και τα παρακάτω, για τον Γεώργιο Νικολού Βαρνακιώτη: 
 
«Εις της παραδόσεως την διαπραγμάτεσιν και εις παν άλλο αφορών την υπόθεσιν ταύτην, εχρησίμευσαν μεγάλως ο κ. Παπαρηγόπουλος και ο κ. Γεώργιος Βαρνακιώτης και μάλιστα ο δεύτερος ούτος, όστις από την 21 του παρελθόντος είχε σταλή παρ΄ εμού εις τον Άγιον Σώστην προς προετοιμασίαν και ευκολίαν της παραδόσεως» {Γεν. Γραμ. φ. 198}.
 
Στοιχεία πατριωτικά που τα εκτίμησε ο Ιωάννης Καποδίστριας και τον όρισε όπως προαναφέραμε Πρόεδρο του Στρατιωτικού Δικαστηρίου Δυτ. Ελλάδος με έδρα το Μεσολόγγι και ο Όθωνας του χορήγησε τον ανώτερο, τότε βαθμό, του Συνταγματάρχη στη βασιλική Φάλαγγα {ΦΕΚ. 26/1836} και τον όρισε Διοικητή το 1836 στην Ε΄ Τετραρχία στο Μεσολόγγι, αλλά και του χορήγησε και το αργυρούν Νομισματόσημο του Σταυρού του Σωτήρος των Ιπποτών.
 
Ιδιαίτερα για την Συνθήκη παράδοσης του Μεσολογγίου στους Έλληνες στις 2 Μαΐου 1829, κατά την γνώμη μας, χρωστούσε να μνημονεύσει την αλήθεια και ο Μεσολογγίτης Σπυρίδων Τρικούπης καταγράφοντας το στην ιστορία του, αλλά προτίμησε την σιωπή, χαριζόμενος στον συγγενή του Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο (γυναικάδελφος του). Τυχαίο; Δεν νομίζομεν….
 
Ενυπόγραφος επιστολή του Γεωργίου Βαρνακιώτη προς τον Αυγουστίνο Καποδίστρια στις 12 Μαΐου 1829 συνταχθείσα στον Μύτικα Ξηρομέρου και στην οποία υπογράφει ως Γεώργιος Νικολού {Πληρ. Τοπ. φ. 6α}.
 
Άξιο ιδιαίτερης παρατήρησης είναι ότι ο Γεώργιος Νικολού Βαρνακιώτης στην από 12 Μαΐου 1829 επιστολή του συνταχθείσα στον Μύτικα Ξηρομέρου, στην οποία γνωστοποιούσε το κατόπιν μυρίων βασάνων πέρας της αποστολής του στη μεταφορά των Οθωμανών από το Μεσολόγγι στην Πρέβεζα, μεταφορά στην οποία σύμφωνα με το άρθρο 3 της Συνθήκης παράδοσης του Μεσολογγίου στους Έλληνες, υπήρξε όμηρος – ενέχυρο στους Τούρκους (είχε βάλει όπως λέει ο λαός το κεφάλι του στον ντρουβά), επιζητούσε εν τέλει και, την αποκατάσταση της σπιλωθείσης τιμής του, με διαφώτιση της ελληνικής και ευρωπαϊκής κοινής γνώμης.
 
Η ψυχική αυτή ανάγκη του Βαρνακιώτη κάθε άλλο θεραπεύτηκε, διότι, αντί διαφωτίσεως της ελληνικής και ευρωπαϊκής γνώμης, ακολούθησε δυστυχώς αποσιώπηση και συσκότιση. Ιδού και η σχετική επιστολή του Βαρνακιώτη προς τον Καποδίστρια που γράφηκε από τον Μύτικα Ξηρομέρου στις 12 Μαΐου 1829 και υπογράφει κι εδώ, ως Γεώργιος Νικολού (Βαρνακιώτης).
 
«Εκκλαμπρότατε
Προχτές με το μεσημέρι έφθασα τέλος πάντων υγιής ενταύθα εις τον Μύτικαν, έπειτα από σημαντικούς κινδύνους και της ζωής μου. Τα καθ΄ οδόν βάσανά μου μεγάλα. Ένδεκα αλογομούλαρα μας εκράτησαν διάφοροι, των οποίων τα ονόματα γνωρίζω, και προς τους οποίους έγραψα μερικώς, ότι, αν δεν τα δώσουν, θέλω αναφερθή προς την Εκλαμπρότητάν σας παρουσιάζοντάς τους καταπατητάς της συνθήκης. Είχα την απόφασιν να τους απεράσω δια του Μακρυνόρους, αλλά μια ειδοποίησις οπού έλαβον ότι εκεί εσκευώριζον ενέδραν, τους απέρασα εις την Πούνταν. 
 
Όλοι μ΄ εγκατέλιπον εις το μέσον των Τούρκων μόνον, από την λίμνην του Παπαδάτου. Και εν τρελλόπαιδον οπού είχα μαζί μου μου εβάρεσε με το τουφέκι ένα εκ των Τούρκων προς το μέρος του Λουτρακίου. 
 
 Εκεί βέβαια υπώπτευσα τότε και την ζωήν μου, αλλ΄ ο Μουσταφάς εστάθη πιστότατος και μήτε δυσαρέσκειαν έδειξε. Η αχρειότης των εις συντροφίαν μου, όσον διότι εκράτησαν τα αλογομούλαρα, όσων της υποψίας εις το Μακρυνόρος, καθώς και η τόλμη να σκοτώσουν από τους συντροφευμένους, και τέλος πάντων να καταντήσω μονώτατος, χωρίς τουλάχιστον άλλον ένα, όλα αυτά με εψύχραναν και μ΄ απέλπισαν σχεδόν από το να κινδυνεύσω άλλην φοράν. 
 
Γλυκύ είναι και ένδοξον να δουλεύη ένας το έθνος του και να κινδυνεύει. Αλλά τέτοιοι κίνδυνοι συντροφεύονται και με ατιμίαν. Μόλον τούτο εγώ δι αγάπην τα λησμόνησα και προθύμως εφρόντισα και έστειλα προς τον Βελήμπεην δια να μου στείλη τον Κώσταν, Γραμματικόν του Αλή πασά Τεπελενιού. Έγραψα και προς τον Κώσταν (Βουρμπιανίτης), τον οποίον γνωρίζω φιλογενή, φίλον μου, καίτοι πιστόν Βελίμπεη. 
 
Πάλιν χθες ξανάγραψα προς τον Κώσταν και προσμένω την απόκρισιν των. Εν και μόνον υποπτεύω, οπού μανθάνω ότι η διάλυσις του απλόκκου (μπλόκο, πολιορκία) έδωσαν στους Τούρκους να ελπίζουν καλύτερα. Μόλον τούτο εκείνο οπού ημπορώ έκαμα και ακολουθώ να ενεργώ. 
 
Και δια όλα ταύτα, Εκλαμπρότατε, μένω ευχαριστημένος να ιδώ εις τας ελληνικάς εφημερίδας την ευχαρίστησίν μου εις τας κινδυνώδεις εκδουλεύσεις μου η Ευρώπη ότι κακά μ΄ εκατηγόρει. Μόλον αυτό το αφήνω εις την προς εμέ σας αγάπην, ελπίζων ότι, γράφοντες όπου ανήκει την αλήθειαν, θέλει σβεσθή και παν ό,τι ο φθόνος και το μίσος υπηγόρευσαν εναντίον μου. Υποσημειούμαι με το προσήκον σέβας.
 
Τη 12 Μαΐου 1829 Μύτικα.
Της Εκλαμπρότητός σας ολοπρόθυμος
των διαταγών σας Γεώργιος Νικολού»
{Πληρεξ. Τοπ. φ. 6Α}.
 
Παρά ταύτα σώζονται πρωτότυπες γραμμένες επιστολές του Καποδίστρια που προαναφέρουμε καθώς και των: Κάρπου Παπαδόπουλου: «η ανάκτησις του Μεσολογγίου ως και του Αιτωλικού ήτον επιφυλαγμένη υπό της Θείας Προνοίας εις τον Βαρνακιώτην» και του Γεωργίου Γαζή (γραμματέας του Βαρνακιώτη στο Στρατιωτικό Δικαστήριο Μεσολογγίου) «την δε ελευθέρωσιν του Μεσολογγίου την χρεωστούμεν σχεδόν εις τον Γεώργιον Βαρνακιώτην», αναφέρει μεταξύ άλλων ο Γαζής. {Τα 
 
Κατά Γεώργιον Βαρνακιώτη , έκδ. 1861} που αναφέρουν αμφότεροι την εθνική προσφορά το Γεωργίου Νικολού Βαρνακιώτη στην απελευθέρωση της Δυτ. Ελλάδος στα 1828- 29.
Να, λοιπόν, γιατί, ο Γεώργιος Νικολού Βαρνακιώτης, επιβάλλεται να λάβει την ανήκουσα εις αυτόν θέση, αναγνωριζόμενος επισήμως πλέον, έστω και μετά από 200 χρόνια, ως ένας των πρώτων ελευθερωτών του Ξηρομέρου, της Βόνιτσας, του Καρβασαρά (Βάλτος), του Αγρινίου (Βραχώρι) και της Ιεράς Πόλεως του Μεσολογγίου, στην οποία άφησε την τελευταία του πνοή και τα αμνημόνευτα κόκαλά του στις 30 Ιανουαρίου του 1842 και ενταφιάστηκε στον Άγιο Αθανάσιο εντός του φρουρίου του Μεσολογγίου.
 
Νίκος Θεοδ. Μήτσης
 
Αρχοντοχώρι (Ζάβιτσα) Ξηρομέρου

Από xiromeropress