giag3
Στο χωριό Άγκιστρο του νομού Σερρών, 11 χιλιόμετρα από τα σύνορα με τη Βουλγαρία, ζούσαν δύο γυναίκες, ντόπιες, κουμπάρες μεταξύ τους και αχώριστες φιλενάδες μιας ζωής, που γνώριζαν να μεταφέρουν νοήματα και αξίες, να εκφράζονται συμβολικά μέσα από τη μουσική και το χορό. Είναι η Μαρία Κεφαλά και η Πετρούλα Κοτζάμπαση, γεννημένες και οι δύο το 1920. Έμαθαν να παίζουν ταμπουρά μόνες τους, η πρώτη σαν παιδί με αυτοσχέδια όργανα που μιμούνταν τον ταμπουρά και αργότερα κοντά στον σύζυγό της, και η δεύτερη κοντά στον πατέρα της.
Ο ταμπουράς που συναντήσαμε στα χέρια των δύο γυναικών ανήκε στον άνδρα της Μαρίας Κεφαλά, τον Κώστα Κεφαλά. Τον είχε κατασκευάσει ο θείος της Πετρούλας Κοτζάμπαση, Γιώργης Μαυρίδης το 1925 στο Άγκιστρο. Επομένως και η ιστορία της κατασκευής του ενισχύει την άποψη ότι πρόκειται για όργανο με ιδιαίτερη τοπική ταυτότητα. Είναι κατασκευασμένος με ξύλο μουριάς και έχει δύο χορδές. Η καλή πένα, σύμφωνα με τις δυο γυναίκες φτιάχνεται από φλούδα κερασιάς. Σήμερα επιβιώνει ακόμα ένας ταμπουράς στο χωριό, ο οποίος ανήκε στην Πετρούλα Κοτζάμπαση. Οι γυναίκες ανέφεραν ότι σε περίπτωση που δύο ταμπουράδες παίζουν μαζί, ο ένας «κρατάει μπάσο».
giag1
Μια ακόμα πληροφορία για τα τοπικά όργανα έχει σημαντικές προεκτάσεις κοινωνιολογικού περιεχομένου. Η Μαρία Κεφαλά εξηγούσε πως την γκάιντα στο Άγκιστρο συνόδευε συνήθως ένα νταϊρές, αν και, κάποια στιγμή, προέκυψε μια τάση, σαν αποτέλεσμα επίδρασης από την Ορεινή Σερρών, να συνοδεύει τη γκάιντα ένα νταούλι. Η ίδια επέμεινε να μην καθιερωθεί το νταούλι σαν συνοδεία της γκάιντας, γιατί έκρινε ότι «κλείνει» την γκάιντα. Οι συγχωριανοί της, μουσικοί και μη, συμφώνησαν με την άποψή της και δεν υιοθέτησαν τελικά το νταούλι. Η Μαρία Κεφαλά λοιπόν επέμεινε να διατηρηθεί ο νταϊρές – ως όργανο αλλά προφανώς και ως σύμβολο -, πράγμα το οποίο και πέτυχε. Επομένως βλέπουμε πως η γνώμη της σχετικά με τα μουσικά δρώμενα του χωριού ήταν σεβαστή και ότι οι συντοπίτες της την υπολόγιζαν σαν μια καταξιωμένη μουσική προσωπικότητα. Εν τέλει, η σχέση της με τον ταμπουρά και τον χορό της χάρισε κοινωνική αναγνώριση και, παράλληλα, συνέβαλε θετικά στην ολοκλήρωση της προσωπικής της γυναικείας ταυτότητας.
giag2
giag4
giag5
Με τον ταμπουρά τραγουδούσαν πολλά τραγούδια τόσο στη ντόπια όσο και στην ελληνική γλώσσα. Κάποια από αυτά είναι επιτραπέζια και κάποια χορευτικά. Το τραγούδι στο Άγκιστρο, όπως άλλωστε και αλλού, αποτελούσε μέσο γυναικείας έκφρασης. «Οι γυναίκες τραγουδούσαν και οι άντρες χόρευαν», είπαν οι πληροφορήτριες προσθέτοντας ότι τελικά χόρευαν και οι γυναίκες, παραχωρώντας όμως τα πρωτεία πάντα στους άνδρες. Οι γυναίκες τραγουδούσαν αντιφωνικά, σε εναλλασσόμενες ομάδες των τριών ατόμων, που τραγουδούσαν τα τραγούδια σε διφωνία (μορφή πολυφωνίας). Στην κάθε ομάδα, μία από τις τρεις γυναίκες έκανε πρώτη φωνή και οι άλλες δύο δεύτερη.
Η Μαρία Κεφαλά ιεραρχούσε ως σημαντικότερη τη σχέση της με το χορό από τη σχέση της με τον ταμπουρά, που είναι ήδη πολύ ιδιαίτερη. Δήλωνε: «Εγώ μεθάω στο χορό χωρίς σταγόνα, είναι η ψυχή μου, η καρδιά μου, μ’ αυτό ζω από μικρή, στο αίμα μου το ‘χω το χορό». Στα 84 της χρόνια χρησιμοποιούσε έναν ενεστώτα ίσως ιστορικό, ίσως όχι, ωστόσο εντυπωσιακό αλλά και κατανοητό, αν κανείς δει το χορό πέρα από την απλή παράθεση βημάτων, πέρα από την εξωτερική μορφή του, πέρα από τις δεξιοτεχνικές ικανότητες και τη σωματική δεινότητα που προβάλλει ως πρωταρχικά στοιχεία η νεωτερική αντίληψη περί χορού.
Από το άρθρο της Μαρίκας Ρόμπου-Λεβίδη
«Η μουσική και ο χορός στη ζωή δύο γυναικών
από το Άγκιστρο Σερρών»
Και οι δύο γυναίκες σήμερα δεν βρίσκονται στη ζωή. Αν έχει μείνει όμως κάτι από αυτές, είναι ο εντυπωσιασμός για δύο γυναίκες, που υπερβαίνοντας μια υπερσυντηρητική κοινωνία κατάφεραν να καταξιωθούν μουσικά και κοινωνικά, ο θαυμασμός για τη μουσική και χορευτική τους δεινότητα και η συγκίνηση για τις αξίες και τα νοήματα που προσέφεραν με τη ζωή τους.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ FACEBOOK Ιχνηλατώντας τις ρίζες της ελληνικής παράδοσης!

Από xiromeropress

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *